Ο ΚΑΙΡΟΣ

ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΓΩΝΙΑ –Νασιόπουλος Απόστολος

Τρίτη 20 Απριλίου 2010

Μαζοποίηση, κομφορμισμός, ομοιομορφία, τυποποίηση, ομοιογένεια



Θέμα: Ο κοινωνικός κομφορμισμός και η δύναμη της μάζας είναι σε πολλές περιπτώσεις τόσο ισχυρές, που συχνά το άτομο (και ιδίως οι νέοι) συνθλίβεται και δεν βρίσκει χώρο ν' απαλλαγεί απ' τα δεσμά και ν' "ανθίσει".
  • Ποιες επιδράσεις, θετικές ή αρνητικές, βλέπετε να έχει η κοινωνική ομάδα στην οποία εντάσσεται το άτομο;
  • Ποιες προϋποθέσεις βλέπετε πως είναι απαραίτητες, προκειμένου το άτομο να βρει τη δύναμη να ξεφύγει και να εκφράσει προσωπικό λόγο και άποψη διαφορετική από την τυποποιημένη;

Σχολικό βιβλίο Γ' Λυκείου, σελ. 115-119

Α'. Σχεδιάγραμμα

Πρόλογος

Ορισμός

  • Κομφορμισμός (Μεταφορά του γαλλικού conformisme < ρ. conformer (= διαμορφώνω) < λατ. conformo (< forma =" μορφή):">
  • Κομφορμιστής & κομφορμιστής*: αυτός που προσαρμόζει τη στάση του στις εκάστοτε συνθήκες, που συμβιβάζεται και συμμορφώνεται με τις κυριαρχούσες απόψεις, ακόμα και όταν αυτές έρχονται σε σύγκρουση με τα βαθύτερα πιστεύω του ή με τις επιταγές της συνείδησής του. ANT αντικομφορμιστής. [λόγ. < γαλλ. conformiste (-iste = -ιστής)· κομφορμ(ιστής) -ίστας· λόγ. κομφορμισ(τής) -τρια]

Κυρίως Θέμα

Ε1α. Θετικές επιδράσεις

  • παροχή αισθήματος ασφάλειας
  • γνωστό-οικείο περιβάλλον σιγουριά
  • στήριγμα σε δύσκολες στιγμές
  • προστασία
  • κοινωνικοποίηση
  • "μοίρσμα", επιμερισμός βαρών
  • ...

Ε1β. Αρνητικές επιδράσεις

  • στασιμότητα
  • ασφυξία
  • ομοιομορφία συμπεριφορών
  • αποδυνάμωση φαντασίας
  • προσωπική άποψη, κρίση
  • φανατισμός
  • ρατσιστικές συμπεριφορές

  • ...

Ε2. Προϋποθέσεις

  • παιδεία
  • μόρφωση
  • ενημέρωση
  • οικονομική χειραφέτηση, ανεργίας
  • διάλογος
  • σωστή λειτουργία Μ.Μ.Ε.
  • προβολή σωστών προτύπων
  • ...

Β' Κείμενα

Ο νέος κομφορμισμός

Θανάσης Γιαλκέτσης, εφ. Ελευθεροτυπία, 11/3/2007

Το ακόλουθο άρθρο του ιταλού φιλοσόφου Ουμπέρτο Γκαλιμπέρτι δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «La Repubblica»

Σε κανένα δεν δόθηκε η δυνατότητα να επιλέξει την εποχή στην οποία θα ζήσει ούτε και η δυνατότητα να ζήσει έξω από την εποχή στην οποία γεννήθηκε. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην είναι τέκνο του καιρού του και επομένως που να μην είναι κατά κάποιον τρόπο «ομογενοποιημένος». Σε σχέση με τις εποχές που προηγήθηκαν η εποχή μας είναι η πρώτη που ζητάει την ομογενοποίηση όλων των ανθρώπων ως προϋπόθεση της ύπαρξής τους. Οι λόγοι αυτής της ομογενοποίησης πρέπει να αναζητηθούν σε εκείνη τη συνθήκη σύμφωνα με την οποία, στην εποχή της τεχνικής και της παγκόσμιας οικονομίας, το να «εργάζεται» κανείς σημαίνει να «συνεργάζεται» στο εσωτερικό ενός μηχανισμού, όπου οι ενέργειες του καθένα έχουν ήδη προκαταβολικά περιγραφεί και προδιαγραφεί από το οργανόγραμμα για την καλή λειτουργία αυτού του μηχανισμού.

1. Η ομογενοποιημένη συνείδηση. Μια δράση είναι ομογενοποιημένη όταν συμμορφώνεται προς έναν κανόνα που την προδιαγράφει, επομένως όταν δεν είναι δράση αλλά συμμόρφωση. Και συμμόρφωση είναι όλες οι ενέργειες που πραγματοποιούνται σε ένα μηχανισμό, στο εσωτερικό του οποίου η αυτενέργεια παύει εκεί όπου αρχίζει αυτό που πρέπει να γίνεται σε τέλειο συντονισμό με τις άλλες συνιστώσες του μηχανισμού. Οι σκοποί που θέτει ο μηχανισμός δεν περιλαμβάνονται στις αρμοδιότητες του μεμονωμένου ατόμου και μερικές φορές, δεδομένης της υψηλής τεχνικής τελειοποίησης, υπερβαίνουν τις ειδικές του γνώσεις. Αυτό συνεπάγεται το ότι η «συνείδηση» του ατόμου υποβαθμίζεται στην «ευσυνειδησία» που δείχνει κατά την εκτέλεση της εργασίας του. Με αυτή την υποβάθμιση γεννιέται η «κομφορμιστική συνείδηση» από την οποία ζητιέται μόνο μια καλή συνεργασία, ανεξάρτητα από τους σκοπούς που υπηρετεί ο μηχανισμός.

2. Ο υγιής ρεαλισμός. Γι' αυτό ήδη από μικροί έχουμε ακούσει να λένε ότι η επιτυχία επιδιώκεται πιο εύκολα αν προσαρμοζόμαστε στις απαιτήσεις των άλλων (απαρνούμενοι προφανώς τη δική μας αυτοπραγμάτωση) και έτσι ενεργούσαμε όταν μιμούμασταν τα χαρακτηριστικά και τις συμπεριφορές όλων των ομάδων στις οποίες ανήκαμε. Από την ομάδα των παιδιών με τα οποία παίζαμε ώς τους συμμαθητές μας και τους συναδέλφους μας στην εργασία, διδαχθήκαμε ότι αυτό που ανταμείβεται είναι η πιο αυστηρή ομοιομορφία, αφού η ικανότητα προσαρμογής στην οργάνωση εμφανιζόταν ως η μοναδική προϋπόθεση για να ασκήσουμε μιαν ορισμένη επίδραση πάνω σε αυτήν. Στην παραμικρή μας αντίρρηση υπήρχε πάντοτε κάποιος που μας θύμιζε ότι αυτή η στάση αποκαλείται «υγιής ρεαλισμός», ενώ μέσα μας εκδηλωνόταν η υποψία ότι αυτή η έκφραση δεν αναφερόταν τόσο σε μια πιστή αναπαράσταση του πραγματικού αλλά σε εκείνη την εξωπραγματική θέση που είναι η ανεπιφύλακτη αποδοχή του υπάρχοντος. Η αξία του οποίου έγκειται απλώς στο ότι είναι έτσι όπως αυτό είναι, χωρίς την παραμικρή μέριμνα για την ηθική του ποιότητα.

3. Η ασυνειδησία της ομογενοποιημένης συνείδησης. Προκειμένου η προσαρμογή να μην γίνεται αντιληπτή ως καταναγκασμός, είναι αναγκαίο ο κόσμος στον οποίο ζούμε να μη θεωρείται ως ένας από τους «δυνατούς» κόσμους αλλά ως ο «μοναδικός» κόσμος, έξω από τον οποίο δεν μας προσφέρονται καλύτερες δυνατότητες ύπαρξης. Αν ο κόσμος των αγαθών που παράγουμε και καταναλώνουμε κατορθώσει να συγκροτηθεί ως συνεκτικός κόσμος χωρίς κενά, χωρίς εναλλακτικές λύσεις, οι υποχρεώσεις που μας επιβάλλονται από αυτό τον κόσμο και η υπακοή που μας ζητιέται δεν θα γίνονται πλέον αντιληπτές ως τέτοιες αλλά ως «φυσική συνθήκη» της ύπαρξης. Αλλά όταν ένας κόσμος κατορθώνει να περνιέται ως ο μοναδικός κόσμος, η ομογενοποίηση των ατόμων φτάνει σε επίπεδα τελειότητας τέτοια, που τα απολυταρχικά ή δικτατορικά καθεστώτα των προηγούμενων εποχών δεν είχαν καν φανταστεί ότι θα μπορούσαν να υλοποιήσουν.

4. Ο κομφορμισμός ως συνθήκη ύπαρξης. Δεν αντιλαμβανόμαστε με πόσες αλυσίδες μας έχει δέσει η εποχή της τεχνικής και της παγκόσμιας οικονομίας. Αν στον 19ο αιώνα ο Μαρξ μπορούσε να λέει ότι η πλειονότητα της ανθρωπότητας «δεν έχει τίποτα να χάσει εκτός από τις αλυσίδες της», σήμερα θα μπορούσαμε να πούμε ότι χωρίς αυτές τις αλυσίδες δεν θα έβρισκε τρόπο να επιβιώσει. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όταν οι αλυσίδες σπάνε (απεργία στα μέσα μεταφοράς, διακοπή στην παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, καθυστέρηση στον ανεφοδιασμό με τρόφιμα), όλοι ζητούν αμέσως την επανασυγκόλληση. Αυτή η απαίτηση είναι ο δείκτης όχι μόνον του βαθμού εξάρτησης κάθε ατόμου από τον κόσμο της τεχνικής και της παγκόσμιας οικονομίας αλλά και του βαθμού αυθόρμητης συνεργασίας, επομένως ομογενοποίησης και κομφορμισμού.

5. Τα μέσα επικοινωνίας ως μέσα ομογενοποίησης. Η κομφορμιστική κοινωνία, παρά την πελώρια ποσότητα φωνών που διαδίδονται από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας -ή μάλλον ακριβώς εξαιτίας αυτής της ποσότητας- μιλάει στο σύνολό της μόνο με τον εαυτό της. Οποιος μιλάει και όποιος ακούει δεν έχει πίσω του μια διαφορετική εμπειρία του κόσμου, επειδή ο κόσμος που προσφέρουν σε όλους τα ΜΜΕ είναι όλο και περισσότερο ταυτόσημος, έτσι όπως όλο και περισσότερο ταυτόσημα είναι και τα λόγια που έχουμε στη διάθεσή μας για να τον περιγράψουμε. Το αποτέλεσμα είναι ένα είδος ταυτολογικής επικοινωνίας, όπου όποιος ακούει καταλήγει να ακούει τα ίδια πράγματα που αυτός ο ίδιος θα μπορούσε να πει και όποιος μιλάει λέει τα ίδια πράγματα που θα μπορούσε να ακούσει από οποιονδήποτε (...).

Ο θρίαμβος του συγχρόνου κομφορμισμού

Κορνήλιος Καστοριάδης, εφ. Το Βήμα, 6/4/2007

Το παθητικό κοινό και η φενάκη της δημοκρατίας

Αποσπάσματα από άγνωστο δοκίμιο του Κορνηλίου Καστοριάδη για τον ρόλο που διαδραματίζει ο πολιτισμός στην κοινωνία

Δέκα χρόνια μετά τον θάνατο του έλληνα φιλοσόφου, οικονομολόγου και ψυχαναλυτή Κορνηλίου Καστοριάδη (1922 -1997), το συγγραφικό έργο του συνεχίζει να εμπλουτίζεται με νέα ανέκδοτα κείμενα. Το ιταλικό φιλολογικό περιοδικό «Lettera Internazionale» δημοσιεύει στο τρέχον τεύχος του άγνωστο δοκίμιο του Καστοριάδη -απόσπασμα του οποίου αναδημοσιεύθηκε προ ημερών στην ιταλική εφημερίδα «La Reppublica»-, όπου εξετάζεται ο ρόλος του πολιτισμού στη σύγχρονη δυτική κοινωνία. Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή ο Καστοριάδης διαπιστώνει ότι από τον 18ο αιώνα ως το 1950 ο δημιουργός ενός έργου τέχνης είχε ελευθερία έκφρασης, ενώ το κοινό από την πλευρά του συμμετείχε σε αυτό και γινόταν με τη σειρά του συν-δημιουργός. Αντιθέτως, από το 1950 ως σήμερα, αναπτύχθηκε σύγχρονος κομφορμισμός. Πρόκειται για κοινωνική και πολιτική αδράνεια φορέας της οποίας είναι ένα παθητικό ακροατήριο εθισμένο στην τηλεόραση, το οποίο αποτελείται από τους «τηλεκαταναλωτές» έργων τέχνης. «Το Βήμα» αναδημοσιεύει σήμερα εκτενή αποσπάσματα από το εν λόγω ανέκδοτο κείμενο του Καστοριάδη.

Υπάρχει κάτι αμεσότερο για όσους πιστεύουν ότι ζουν σε μια δημοκρατική κοινωνία, από το να διερωτηθούν σχετικά με τον ρόλο που διαδραματίζει ο πολιτισμός στην κοινωνία στην οποία ζουν; Και ειδικά σε μια περίοδο όπου παρατηρούμε μια άνευ προηγουμένου διάδοση αυτού που ονομάζουμε «πολιτισμό»;

Για περισσότερο από δύο αιώνες υποστηριζόταν ότι ο ειδικός ρόλος του πολιτισμού σε μια δημοκρατική κοινωνία -σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στις μη δημοκρατικές κοινωνίες-εντοπίζεται στο ότι ο πολιτισμός είναι για όλους και δεν απευθύνεται μόνο σε μια συγκεκριμένη ελίτ. Αυτό σημαίνει ότι ο πολιτισμός πρέπει να είναι στη διάθεση όλων, όχι μόνο «νομικά» (πράγμα που δεν συνέβαινε, για παράδειγμα, στην Αίγυπτο των Φαραώ), αλλά επίσης κοινωνιολογικά, με την έννοια της πραγματικής πρόσβασης.

Ας εξετάσουμε την αμιγώς σύγχρονη περίοδο του δυτικού κόσμου, δηλαδή από τις μεγάλες επαναστάσεις του τέλους του 18ου αιώνα (δημοκρατία και με κύριο χαρακτηριστικό την εκκοσμίκευση και την απομάκρυνση από τον Χριστιανισμό) ως περίπου το 1950, ενδεικτική χρονολογία από την οποία θεωρώ ότι γεννάται μια νέα κατάσταση.

Από τη σκοπιά του δημιουργού μπορούμε να μιλήσουμε για έντονο αίσθημα ελευθερίας και εκπληκτική μέθη που τη συνοδεύει. Μέθη όσον αφορά την εξερεύνηση καινούργιων μορφών και της ελευθερίας να τις δημιουργήσει. Αυτή η ελευθερία είναι συνδεδεμένη με ένα αντικείμενο: είναι κυρίως η αναζήτηση και η αναπαλαίωση ενός νοήματος. Ή, ορθότερα, ο δημιουργός αναζητεί ξεκάθαρα μια νόρμα που φέρει ένα νέο νόημα. Η σύγχρονη τέχνη, ακόμη και αν δεν ικανοποιεί το «λαϊκό αίσθημα», είναι δημοκρατική και επομένως απελευθερώνει.

Το κοινό, από την πλευρά του, συμμετέχει «per procura» (με πληρεξούσιο), δηλαδή μέσω του καλλιτέχνη, σε αυτή την ελευθερία. Ουσιαστικά κυριεύεται από το καινούργιο νόημα του έργου τέχνης, και αυτό διότι, παρά την αδράνεια, τις καθυστερήσεις, τις αντιστάσεις και τις αντιδράσεις, πρόκειται για ένα κοινό που γίνεται το ίδιο δημιουργός. Η πρόσληψη ενός μεγάλου καλλιτεχνικού έργου δεν είναι ποτέ -και δεν μπορεί να είναι ποτέ- μια απλή παθητική αποδοχή, αλλά αποτελεί επίσης συν-δημιουργία. Και οι δυτικές κοινωνίες, από το τέλος του 18ου αιώνα ως τα μισά τού 20ού αιώνα, υπήρξαν οι ίδιες αυθεντικοί δημιουργοί.

Σήμερα, επικρατεί άραγε η ίδια κατάσταση; Όσον αφορά την πραγματική κοινωνική λειτουργία η «λαϊκή εξουσία» αποτελεί προκάλυμμα της εξουσίας των χρημάτων, της τεχνογνωσίας, της γραφειοκρατίας, των πολιτικών κομμάτων, του κράτους και των μέσων ενημέρωσης. Όσον αφορά το ίδιο το άτομο, παρατηρείται μια νέα αναδίπλωση για την οποία ευθύνεται ο γενικευμένος κομφορμισμός.

Πρεσβεύω ότι ζούμε στην πιο κομφορμιστική εποχή της σύγχρονης Ιστορίας. Λένε ότι κάθε άτομο είναι «ελεύθερο». Ωστόσο στην πραγματικότητα ο καθένας προσλαμβάνει παθητικά το μοναδικό νόημα που οι θεσμοί και η κοινωνία τού προτείνουν και του επιβάλλουν: τον «τηλεκαταναλωτισμό», ήτοι τον ψεύτικο καταναλωτισμό μέσω της τηλεόρασης.

Θα σταθώ για λίγο στο θέμα της «ευχαρίστησης» τού σύγχρονου τηλεκαταναλωτή. Αντίθετα από τον θεατή, τον ακροατή ή τον αναγνώστη ενός έργου τέχνης, η συγκεκριμένη αυτή ευχαρίστηση περιλαμβάνει την ελάχιστη μετουσίωση. Πρόκειται για ικανοποίηση που υποκαθίσταται από τους παλμούς που προκαλεί η πράξη της ηδονοβλεψίας, για μια δυσδιάστατη «βιολογική ευχαρίστηση» η οποία συνοδεύεται από τη μέγιστη παθητικότητα. Οτιδήποτε παρουσιάζει η τηλεόραση, «καλό» ή «κακό» αφεαυτού, εκλαμβάνεται παθητικά στο πλαίσιο της αδράνειας και του κομφορμισμού.

O θρίαμβος του ατομικισμού μεταφράζεται γενικά ως «θρίαμβος της δημοκρατίας». Αυτός όμως ο ατομικισμός δεν είναι και δεν μπορεί ποτέ να είναι κενή έννοια, σύμφωνα με την οποία τα άτομα «κάνουν ό,τι θέλουν».

Όσον αφορά την πολιτιστική δημιουργία, τομέας όπου η κριτική είναι πιο ασαφής και υπόκειται σε αμφισβητήσεις, είναι δύσκολο να υποτιμήσουμε την αύξηση του εκλεκτισμού της σύνθεσης ετερόκλητων στοιχείων, του δουλοπρεπούς συγκρητισμού. Και κυρίως ότι δεν επισημαίνεται η απώλεια του νοήματος, η οποία συμβαδίζει με την εγκατάλειψη της αναζήτησης της φόρμας -μιας φόρμας που είναι πάντα κάτι περισσότερο από απλή φόρμα, διότι, όπως έλεγε ο Ουγκό, αυτή είναι το «πραγματικό νόημα» που ανεβαίνει στην επιφάνεια.

Η σημερινή εξέλιξη του πολιτισμού σχετίζεται άμεσα με την κοινωνική και πολιτική αδράνεια καθώς και την παθητικότητα που χαρακτηρίζουν τον σύγχρονο κόσμο. Η πολιτιστική αναγέννηση -αν συμβεί- θα είναι συνδεδεμένη με ένα καινούργιο και μεγάλο κοινωνικοϊστορικό κίνημα το οποίο θα θέσει εκ νέου σε λειτουργία τη δημοκρατία και θα της δώσει νέα μορφή και περιεχόμενο.

Ανησυχούμε για την αδυναμία να οραματισθούμε επακριβώς το περιεχόμενο μιας τέτοιας δημιουργίας, τη στιγμή που ακριβώς αυτό αποτελεί την ομορφιά κάθε δημιουργίας. O Κλεισθένης και οι σύντροφοί του δεν μπορούσαν, ούτε όφειλαν να «προβλέψουν» τη γέννηση της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας και την ανέγερση του Παρθενώνα, όπως και τα μέλη της Συνταγματικής Εθνοσυνέλευσης της Γαλλική Επανάστασης ή οι Πατέρες της Αμερικανικής Δημοκρατίας δεν μπορούσαν να φαντασθούν την εμφάνιση του Σταντάλ, του Μπαλζάκ, του Φλομπέρ, του Ριμπό, του Μανέ, του Προυστ ή του Πόε, του Μελβίλ, του Γουίτμαν και του Φόκνερ.

Η φιλοσοφία καταδεικνύει ότι θα ήταν παράλογο να πιστέψουμε ότι έχουμε εξαντλήσει πλέον οτιδήποτε νοητό, πραγματοποιήσιμο και μορφοποιήσιμο. Όπως θα ήταν παράλογο και το να θέσουμε περιορισμούς στη δυνατότητα της μορφοποίησης, δυνατότητα που πάντα εντοπίζεται στην ψυχική φαντασία και στο συλλογικό κοινωνικοϊστορικό φαντασιακό φαινόμενο. Αν παραδεχθούμε ότι όσοι διατηρούν μια σχέση άμεση και ενεργή με τον πολιτισμό μπορούν να συμβάλουν ώστε η περίοδος του λήθαργου να διαρκέσει το δυνατόν λιγότερο, αυτό θα γίνει εφικτό μόνο αν η προσπάθειά τους μείνει πιστή στις αρχές της ελευθερίας και της υπευθυνότητας.

Η επικίνδυνη έννοια της ομοιογένειας

Άννα Φραγκουδάκη*, εφ. Τα Νέα, 10/1/1998

Τι έχουν πάθει οι ευρωπαϊκοί λαοί με την εθνική ομοιογένεια καθώς τελειώνει ο 20ός αιώνας; Στη χώρα που διακόσια χρόνια χτυπάει η δημοκρατική καρδιά της Ευρώπης, στη Γαλλία, αυξάνονται ανεξήγητα οι οπαδοί του ακροδεξιού κόμματος όχι επειδή προσχωρούν οι πολίτες στις ακροδεξιές πεποιθήσεις, αλλά επειδή ο Λεπέν φωνάζει το ταυτολογικό και ανόητο σύνθημα «Η Γαλλία είναι γαλλική».

Έχει μεγάλη σημασία για τη Δημοκρατία και το μέλλον της Ευρώπης ποιο είναι το κυριότερο αίτιο της πειθούς που έχουν τα συνθήματα για την εθνική πολιτισμική ομοιογένεια. Γιατί άραγε φοβούνται οι λαοί της Ευρώπης ότι η κατάργηση των συνόρων, η συνύπαρξη και συνεργασία των λαών θα βλάψουν τη χώρα τους; Γιατί φοβούνται ότι η παρουσία αλλοεθνών εργαζομένων και μεταναστών θα αλλοιώσει την ταυτότητά τους;

Ο μύθος της ομοιογένειας αφηγείται ότι τα έθνη είναι ομάδες ομοίων και η κουλτούρα είναι μία, η εθνική. Στην ακραία λογική της, η αντίληψη για τη μία και ομοιογενή εθνική κουλτούρα κρούει την έννοια της πολιτισμικής «καθαρότητας», που η Ιστορία έχει οριστικά καταδικάσει για τα φρικιαστικά αποτελέσματα στα οποία οδηγεί. Κρύβει ακόμα την ταξική διάσταση της επίσημης κουλτούρας.

Ομοιογένεια δεν υπάρχει πουθενά, ούτε εθνική ούτε κοινωνική. Όλα τα έθνη-κράτη έχουν μειονότητες με άλλες γλώσσες, θρησκείες και κουλτούρες. Όλοι οι πολιτισμοί είναι μείγματα και αλληλεπιρροές. Κι ακόμα η επιστήμη έχει δείξει ότι η κουλτούρα είναι σε μεγάλο βαθμό ταξική. Αυτό που τα σχολεία προβάλλουν σαν την εθνική κουλτούρα είναι η κυρίαρχη, η επίσημη κουλτούρα, δηλαδή αυτή που χαρακτηρίζει τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα. Η κουλτούρα που θεωρείται ανώτερη σε όλες τις χώρες περιέχει τα ονόματα του Αισχύλου και του Σαίξπηρ, του Πραξιτέλη και του Μιχαήλ Αγγέλου, του Μολιέρου, του Γκαίτε και του Θερβάντες, του Αριστοτέλη, του Καρτέσιου και του Έγελου, του Ρίλκε, του Μαγιακόφσκι και του Καβάφη, του Κομφούκιου, του Γαλιλαίου, του Αϊνστάιν κ.ο.κ. Είναι κουλτούρα ταξική και υπέρ-εθνική.

Από την άλλη μεριά, η κοινωνική έρευνα έχει δείξει επίσης ότι σε όλες τις χώρες η κουλτούρα των λαϊκών τάξεων είναι πολύ διαφορετική από των προνομιούχων. Η γλώσσα που μιλούν τα εργατικά στρώματα του Λονδίνου είναι στην προφορά, τη σύνταξη και το λεξιλόγιο πολύ διαφορετική από την επίσημη αγγλική. Η αισθητική, ο τρόπος ζωής, η φιλοσοφία της καθημερινότητας, η διατροφή, η ενδυμασία, η ηθική και οι κανόνες των ανθρώπινων σχέσεων στη Γαλλία είναι διαφορετικά για τους αγρότες, διαφορετικά για τα εργατικά στρώματα των μεγάλων πόλεων και τελείως διαφορετικά για τα προνομιούχα στρώματα και μάλιστα των διανοουμένων. Η πολιτισμική συμπεριφορά των λαϊκών στρωμάτων στη Νότια Ιταλία είναι τελείως διαφορετική από των αστών της Βόρειας Ιταλίας.

Το μάταιο αίτημα της ομοιογένειας πηγάζει από τον ρατσισμό και τις κοινωνικές διακρίσεις. Κυριαρχεί παντού η αυθαίρετη ταξινόμηση, που θεωρεί «ανώτερη» την προφορά των πρωτευουσιάνων και «κατώτερη» των τοπικών διαλέκτων, «ωραία» την αισθητική των προνομιούχων στρωμάτων και «κακόγουστη» την αισθητική των λαϊκών τάξεων, «πολιτισμένους» τους αστούς και «απολίτιστους» τους αγρότες, «έξυπνους» τους μαθητές που είναι παιδιά διανοουμένων και «ανεπίδεκτους» τους μαθητές που είναι παιδιά χειρωνακτών κ.ο.κ.

Η αυθαίρετη ταξινόμηση στηρίζεται στην κοινωνική προκατάληψη, που σε όλες τις χώρες υποτιμάει τις λαϊκές τάξεις, την κουλτούρα, τη γλώσσα, τα ήθη τους, τις ικανότητές τους, και έχει στενή σχέση με τα εθνικιστικά στερεότυπα. Υποτιμάει εξίσου τους νότιους και φτωχότερους λαούς και πολιτισμούς, θεωρεί τη Δύση (με την πολιτική σημασία) «ανώτερη» από την Ανατολή, και αξιολογεί τον Νότο (με την οικονομική σημασία) σαν «κατώτερο» από τον Βορρά. Εξαιτίας αυτού του κοινωνικού ρατσισμού, εκείνες οι ανθρώπινες ομάδες που είναι ταξινομημένες σαν «κατώτερες» ψάχνουν την αξιοπρέπεια και τον αυτοσεβασμό υποτιμώντας με τη σειρά τους κάποιους άλλους.

Έτσι, οι κοινωνικές ομάδες που είναι ήδη ταξινομημένες σαν «κατώτερες», π.χ. στη Γαλλία εργάτες που χτυπάει η ανεργία, μικροϊδιοκτήτες που πτώχευσε η επέκταση των μεγάλων επιχειρήσεων, αγρότες που τα παιδιά τους αποτυχαίνουν στο σχολείο, αισθάνονται οργή και αγανάκτηση για την περιθωριακή και περιφρονημένη θέση τους στην κοινωνία. Αντί όμως να στρέψουν αυτή την οργή προς τους υπευθύνους, τη στρέφουν προς τους μόνους στα μάτια τους ορατούς «εχθρούς», τους μετανάστες από τη Βόρειο Αφρική, που είναι ακόμα πιο φτωχοί, ακόμα πιο περιθωριακοί, ακόμα πιο περιφρονημένοι.

Και βρίσκουν νόημα στο ταυτολογικό και ανόητο σύνθημα του Λεπέν: «Η Γαλλία είναι γαλλική». Δεν βλέπουν οι μικροϊδιοκτήτες ότι το μαγαζί τους το έκλεισε η επέκταση των μεγάλων επιχειρήσεων. Και νομίζουν ότι έκλεισε γιατί στη γειτονιά τους εγκαταστάθηκαν Αλγερινοί. Δεν βλέπουν οι άνεργοι εργάτες τα οικονομικά αίτια της ανεργίας (και της μετανάστευσης) και νομίζουν ότι για την κοινωνική τους ταπείνωση φταίνε οι Αφρικανοί μετανάστες, που δουλεύουν χωρίς κανονικές συμβάσεις εργασίας, χωρίς ασφάλιση, χωρίς συνδικαλισμό. Δεν βλέπουν οι λαϊκές οικογένειες που τα παιδιά τους αποτυχαίνουν στο σχολείο σε τι φταίνε τα αναλυτικά προγράμματα, τα βιβλία, οι εκπαιδευτικοί υπεύθυνοι και νομίζουν ότι φταίει γι’ αυτό η παρουσία μέσα στις τάξεις μαθητών με μητρική γλώσσα την αραβική.

Ο μύθος της ομοιογένειας έχει ιδίως πολιτικές συνέπειες. Μετατοπίζει την ευθύνη για τα οικονομικά προβλήματα και δημιουργεί εχθρότητα για τους «ξένους». Από τη διάδοση του μύθου όμως δεν κινδυνεύουν μόνον «οι ξένοι», κινδυνεύουμε όλοι «εμείς», γιατί κινδυνεύει πριν απ’ όλα η δημοκρατία.

*καθηγήτρια Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας

Η εθνική ομοιογένεια και η δημοκρατία

Άννα Φραγκουδάκη, εφ. Τα Νέα, 21/6/1997

Τα εκπαιδευτικά συστήματα όλων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το ελληνικό, είναι έντονα εθνοκεντρικά. Εμφανίζουν τα έθνη σαν αιώνιες οντότητες, αποσιωπούν τις μακριές διαδικασίες διαμόρφωσης των εθνών και παρουσιάζουν τα σημερινά έθνη-κράτη να κατοικούνται από πληθυσμούς απολύτως ομοιογενείς πολιτισμικά. Είναι πολλοί οι πατριωτικοί μύθοι που έχουν κοινωνική λειτουργία συντηρητική και πολιτικές επιπτώσεις αντιδημοκρατικές. Ένας από αυτούς τους μύθους είναι η πολιτισμική ομοιογένεια των εθνών, σαν να είναι τα έθνη το καθένα και μία οικογένεια με δεσμούς αίματος.

Η εθνική ομοιογένεια είναι μύθος κοινός στα σχολικά συστήματα των ευρωπαϊκών χωρών και έχει στενή σχέση με δύο σοβαρά φαινόμενα της εποχής μας. Το ένα είναι ο φόβος, που κατέχει πλατιά κοινωνικά στρώματα σε διάφορες χώρες, για την αλλοίωση ή εξαφάνιση της εθνικής κουλτούρας (γλώσσας, θρησκείας, ταυτότητας) εξαιτίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το δεύτερο φαινόμενο είναι συνέπεια του πρώτου και συνοψίζεται σε ξενοφοβικές και ρατσιστικές θέσεις για την ανάγκη να προστατευθεί η κάθε χώρα από την παρουσία αλλοεθνών μεταναστών και προσφύγων που αλλοιώνουν την εθνική ομοιογένεια.

Ο φόβος αλλοίωσης ή και απώλειας της εθνικής κουλτούρας, με αίτιο τη συνάντηση των πολιτισμών και την αλληλεπίδραση, τη συνεργασία των λαών και την παρουσία μεταναστών εργαζομένων, παρουσιάζει μία χαρακτηριστική ιδιαιτερότητα. Ο φόβος αυτός δεν εμφανίζεται μόνο σε μικρές και ανίσχυρες ομάδες. Αντίθετα, συχνότερα εμφανίζεται σε ομάδες ισχυρές αριθμητικά και κυρίαρχες πολιτισμικά για τις οποίες δεν υπάρχει κανένας ρεαλιστικός κίνδυνος αλλοίωσης. Π.χ. ο φόβος αυτός εκφράζεται από τη νέα δεξιά της Βρετανίας για την αγγλική γλώσσα. Εκφράζεται από τη ρατσιστική ακροδεξιά στη Γαλλία για τη γαλλική κουλτούρα.

Ο φόβος, δηλαδή, είναι έκφραση μίας τάσης προς τη μισαλλοδοξία και την αυταρχική κοινωνία. Αν αυτός ο φόβος πήγαζε από πραγματικούς κινδύνους να αλλοιωθούν τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά μίας ανθρώπινης ομάδας, η Ελλάδα π.χ. θα ήταν σε θέματα θρησκείας η ανεκτικότερη χώρας της Ευρώπης. Η πολύ υψηλή θρησκευτική ομοιογένεια θα δημιουργούσε ένα γενικό αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς απέναντι στις θρησκευτικές διαφορές και θα οδηγούσε σε πλήρη ελευθερία άσκησης της λατρείας όλων των άλλων θρησκειών στις οποίες πιστεύουν οι λίγοι πολίτες αυτής της χώρας που δεν ανήκουν στην επικρατούσα θρησκεία, καθώς και οι μετανάστες και λοιποί αλλοεθνείς.

Ωστόσο, όπως συμπεραίνουν νομικοί, πολιτικοί, επιστήμονες και πανεπιστημιακοί καθηγητές Θεολογίας, η Ελλάδα είναι στα θέματα θρησκείας η λιγότερο ελεύθερη για τους αλλόθρησκους χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η έννοια της ομοιογένειας λοιπόν και οι φόβοι αλλοίωσής της σχετίζονται με την αυταρχική κοινωνία και ενέχουν κινδύνους θεμελιωδώς πολιτικούς.

Η εθνική πολιτισμική ομοιογένεια παρουσιάζει τα μέλη του έθνους σαν να ήταν απολύτως ίδια και ομοιογενή, χωρίς γεωγραφικές, κοινωνικές, οικονομικές και πολιτισμικές διαφορές. Για να το πετύχει αυτό, συχνά περιγράφει το έθνος σαν μια αρμονική και αγαπημένη οικογένεια.

Η παρομοίωση του έθνους-κράτους με την οικογένεια έχει πολλές αφανείς, αλλά ιδιαίτερα σοβαρές πολιτικές συνέπειες.

Καλλιεργεί τα παραδοσιακά και ρατσιστικά στερεότυπα, γιατί αποδίδει στο κάθε άτομο τα χαρακτηριστικά της ομάδας και στην ομάδα τα χαρακτηριστικά ενός ατόμου. Έτσι, εμποδίζει την κατανόηση των πολιτικών φαινομένων. Αν π.χ. δεν καλλιεργείται το στερεότυπο ότι π.χ. οι Ιταλοί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν δειλοί, ανοίγει ο δρόμος για να γίνει αντιληπτό ότι μεγάλο μέρος του ιταλικού λαού, που έστειλε ο Μουσολίνι σε πολέμους, δεν ήθελε ούτε να σκοτωθεί ούτε να σκοτώσει για τη φασιστική κυβέρνησή του.

Αντιμετωπίζοντας τα άτομα σαν εναλλάξιμα και απορρίπτοντας τις ατομικές ιδιαιτερότητες, η ταύτιση των εθνών με ομοιογενείς οικογένειες εμποδίζει τον εντοπισμό συμμάχων σε άλλες χώρες και τη διαμόρφωση συμμαχιών. Αν π.χ. δεν καλλιεργείται το στερεότυπο ότι οι Τούρκοι γενικώς είναι επιθετικοί και πολεμόχαροι, ανοίγει ο δρόμος για να ακουστεί η φωνή εκείνων των Τούρκων πολιτών που όχι μόνο διαφωνούν με την επιθετική κυβέρνησή τους, αλλά αγωνίζονται για μια Τουρκία δημοκρατική και ευρωπαϊκή, που θα συμβιώνει ειρηνικά με τους γείτονές της.

Η παρουσίαση του έθνους σαν μια αγαπημένη και αρμονική οικογένεια έχει για την ίδια την εθνική ομάδα ακόμη πιο σοβαρές πολιτικές συνέπειες. Αποκρύπτει τις κοινωνικές διαφορές και ναρκοθετεί τη δημοκρατική κοινωνία.

Η παρομοίωση του έθνους με την οικογένεια περιθωριοποιεί όλες τις άλλες κοινωνικές ταυτότητες εκτός της εθνικής. Έτσι παραμερίζει τις κοινωνικές και οικονομικές διαφορές και επιτρέπει ν’ αποκρύπτονται οι σχέσεις ανισότητας και κυριαρχίας ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις. Παραμερίζει τις τεράστιες διαφορές ανδρών και γυναικών και επιτρέπει ν’ αποκρύπτονται οι σχέσεις ανισότητας και κυριαρχίας ανάμεσα στα κοινωνικά φύλα.

Ίσως, τέλος, το σημαντικότερο να είναι ότι η ταύτιση του έθνους με την οικογένεια υποκρύπτει την παρομοίωση της εξουσίας με τους γονείς.

Η έννοια του πολίτη, όπως την ορίζει η δημοκρατική θεωρία του κοινοβουλευτισμού, υποβιβάζεται και οι υπεύθυνοι πολίτες μετατρέπονται στα «παιδιά» της πολιτικής εξουσίας, δηλαδή ανήλικα και ανεύθυνα, που χρειάζονται προστασία και έλεγχο.

Είναι πράγματι πολλοί οι πατριωτικοί μύθοι που έχουν κοινωνική λειτουργία συντηρητική και πολιτικές επιπτώσεις αντιδημοκρατικές.

Πηγή: www.vlioras.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου