Ο ΚΑΙΡΟΣ

ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΓΩΝΙΑ –Νασιόπουλος Απόστολος

Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

Γιατί βάζουμε φλουρί στη βασιλόπιτα -Μια ιστορία χιλιάδων χρόνων





Γιατί βάζουμε φλουρί στη βασιλόπιτα -Μια ιστορία χιλιάδων χρόνων

Το γλυκό της σημερινής ημέρας δεν είναι άλλο από τη βασιλόπιτα. Μικροί και μεγάλοι λίγο μετά τις 12 τα μεσάνυχτα, λίγα λεπτά αφότου μπει το 2016 θα αρχίσουν να ψάχνουν στα κομμάτια τους για το φλουρί. Γιατί, όμως, βάζουμε φλουρί στη βασιλόπιτα;
Η απάντηση βρίσκεται σε μια ιστορία που ξεκινά 1.500 χρόνια πριν, στη Μικρά Ασία και συγκεκριμένα στην πόλη της Καισαρείας, την εποχή που δεσπότης της περιοχής ήταν ο Μέγας Βασίλειος, όταν προκειμένου να μοιράσει δίκαια ένα μικρό θησαυρό τον ζύμωσε σε ψωμάκια τα οποία έδωσε στους πολίτες.
Ολόκληρη την ιστορία για το φλουρί στη βασιλίπιτα τη διαβάσαμε στο dogma.gr:
«Η ιστορία της ξεκινά πριν από εκατοντάδες χρόνια, περίπου 1500, στη Μικρά Ασία και πιο συγκεκριμένα στην πόλη Καισαρεία της Καππαδοκίας. Την εποχή που ο  Μέγας Βασίλειος,  ήταν δεσπότης της Καισαρείας και ζούσε αρμονικά με τους συνανθρώπους του, με αγάπη, κατανόηση και αλληλοβοήθεια.
Κάποια μέρα όμως, ένας αχόρταγος στρατηγός – τύραννος της περιοχής, ζήτησε να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης της Καισαρείας, αλλιώς θα πολιορκούσε την πόλη για να την κατακτήσει και να τη λεηλατήσει.
Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη. Ξημέρωσε η νέα μέρα και ο στρατηγός αποφασισμένος με το στρατό του περικύκλωσε αμέσως την Καισαρεία. Μπήκε με την ακολουθία του και ζήτησε να δει το Δεσπότη, ο οποίος βρισκόταν στο ναό και προσευχόταν. Με θράσος και θυμό ο αδίστακτος στρατηγός απαίτησε το χρυσάφι της πόλης καθώς και ότι άλλο πολύτιμο υπήρχε στην πόλη.
Ο Μέγας Βασίλειος απάντησε ότι οι άνθρωποι της πόλης του δεν είχαν τίποτε άλλο πέρα από πείνα και φτώχεια, δεν είχαν να δώσουν τίποτε αξιόλογο στον άρπαγα στρατηγό. Ο στρατηγός με το που άκουσε αυτά τα λόγια θύμωσε ακόμα περισσότερο και άρχισε να απειλεί τον Μέγα Βασίλειο ότι θα τον εξορίσει πολύ μακριά από την πατρίδα του ή κι ακόμη μπορεί να τον σκοτώσει.
Οι χριστιανοί της Καισαρείας αγαπούσαν πολύ το Δεσπότη τους και θέλησαν να τον βοηθήσουν. Μάζεψαν λοιπόν από τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν και του τα πρόσφεραν, ώστε δίνοντάς τα στο σκληρό στρατηγό να σωθούν. Στο μεταξύ ο ανυπόμονος στρατηγός κόντευε να σκάσει από το κακό του. Διέταξε αμέσως το στρατό του να επιτεθεί στο φτωχό λαό της πόλης.
Ο Δεσπότης, ο Μέγας Βασίλειος, που ήθελε να προστατέψει την πόλη του προσευχήθηκε και μετά παρουσίασε στο στρατηγό ότι χρυσαφικά είχε μαζέψει μέσα σε ένα σεντούκι. Τη στιγμή όμως που ο στρατηγός πήγε να ανοίξει το σεντούκι και να αρπάξει τους θησαυρούς, με το που ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά έγινε το θαύμα!
‘Όλοι οι συγκεντρωμένοι είδαν μια λάμψη και αμέσως μετά έναν λαμπρό καβαλάρη να ορμάει με το στρατό του επάνω στον σκληρό στρατηγό και τους δικούς του. Σε ελάχιστο χρόνο ο κακός στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν. Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι.
Έτσι σώθηκε η πόλη της Καισαρείας. Τότε όμως, ο δεσπότης της, ο Μέγας Βασίλειος, βρέθηκε σε δύσκολη θέση! Θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά στους κατοίκους της πόλης και η μοιρασιά να είναι δίκαιη, δηλαδή να πάρει ο καθένας ό,τι ήταν δικό του. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο. Προσευχήθηκε λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος και ο Θεός τον φώτισε τι να κάνει. Κάλεσε τους διακόνους και τους βοηθούς του και τους είπε να ζυμώσουν ψωμάκια, όπου μέσα στο καθένα ψωμάκι θα έβαζαν και λίγα χρυσαφικά. Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε σαν ευλογία στους κατοίκους της πόλης της Καισαρείας. Στην αρχή όλοι παραξενεύτηκαν, μα η έκπληξή τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμάκι αυτό κι έβρισκε μέσα τα χρυσαφικά της. Ήταν λοιπόν ένα ξεχωριστό ψωμάκι, η βασιλόπιτα . Έφερνε στους ανθρώπους χαρά κι ευλογία μαζί. Από τότε φτιάχνουμε κι εμείς τη βασιλόπιτα με το φλουρί μέσα, την πρώτη μέρα του χρόνου, τη μέρα του Αγίου Βασιλείου». 

Πηγή:http://www.iefimerida.gr

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

“Κράτα δίπλα σου ανθρώπους με ποιότητα”

Η διαμόρφωση της ανθρώπινης προσωπικότητας στηρίζεται, στο μεγαλύτερο μέρος της, στην επαφή με τους άλλους, στη σχεσιακή αλληλεπίδραση και στην ανταλλαγή ερεθισμάτων, εμπειριών και συναισθημάτων.
Σ’ αυτή τη διαδρομή καλό είναι να δίνουμε  βάση στην ποιότητα των ανθρώπων που μας περιτριγυρίζουν και όχι στην ποσότητα αυτών. Το πιο δύσκολο εγχείρημα της εποχής μας, δεν είναι η συναναστροφή μας με ποιοτικούς ανθρώπους, αλλά η αναγνώρισή τους και αυτό το τελευταίο, έχει σχέση με το δικό μας είναι, με το πόσο καλά έχουμε φιλτράρει τις πληροφορίες που δεχόμαστε και κατά πόσον έχουμε σκανάρει το προφίλ του ανθρώπου που έχουμε απέναντί μας. Πώς αντιλαμβανόμαστε λοιπόν τους ανθρώπους που δίνουν ποιότητα στη ζωή μας;
Το πιο σημαντικό γνώρισμα των ποιοτικών ανθρώπων είναι ότι έχουν μάθει να δίνουν. Η προσφορά στην κάθε της μορφή είναι η πεμπτουσία της ανωτερότητας, της κατάρριψης του εγωισμού, της αγάπης και της αλληλεγγύης.
Ο ποιοτικός άνθρωπος σου δίνει γνώση, θέλει να σου μεταλαμπαδεύσει τη φλόγα του για μάθηση για να γίνεις καλύτερος, σου δίνει συμβουλές που πηγάζουν από τις εμπειρίες ζωής του και θέλει  να σε προστατεύσει από τυχόν λάθη, σ’ αγκαλιάζει με πάθος, γιατί σε αγαπά αληθινά και σου το δείχνει χωρίς φόβο. Θέλει να σε βλέπει ευτυχισμένο, γι’ αυτό προσπαθεί οι στιγμές σου να είναι ευχάριστες και να έχεις να θυμάσαι κάτι όμορφο από αυτές.
Ο άνθρωπος που έχει ως ίδιον χάρισμα την ποιότητα, έχει μάθει να επενδύει. Αυτό σημαίνει ότι αφιερώνει χρόνο στους ανθρώπους που τον ενδιαφέρουν γιατί γνωρίζει, ότι οι σχέσεις των ανθρώπων ωριμάζουν με το πέρασμα των ετών, κάποιες εξελίσσονται, κάποιες καταστρέφονται και κάποιες άλλες αλλάζουν. Το σίγουρο είναι ότι τίποτα δεν μένει ίδιο.
Η μουσική, η τέχνη, η ποίηση, η μαγειρική και οποιαδήποτε άλλη μορφή έκφρασης αποτελούν στοιχεία του ποιοτικού ανθρώπου. Η εμβάθυνση στις σκέψεις σου, η αναμόχλευση με τα συναισθήματά σου τον εξιτάρουν, του κινούν την περιέργεια να τα φέρει στην επιφάνεια, να τα θεριέψει, να τα σεβαστεί, να τα υμνήσει.
Οι ποιοτικοί άνθρωποι σου δίνουν χώρο μέσα τους να αναπτυχθείς και να δεις τη δική τους ψυχή, γιατί έχουν περίσσευμα και δε φοβούνται μήπως το χάσουν. Η ποιότητα της αγάπης τους, διακρίνεται στη συρρίκνωση του εγωισμού τους και στην ανιδιοτέλεια.
Να σου πω και ένα μυστικό; Συνήθως έχουν περάσει ένα διάστημα μοναχικότητας αυτοί οι άνθρωποι, όχι απαραίτητα μοναξιάς, αλλά έχουν συνειδητοποιήσει ποιος είναι ο σκοπός τους στη ζωή και είναι τόσο αποφασισμένοι να ζήσουν όμορφες στιγμές που το μόνο που αποζητούν είναι να τις μοιραστούν. Έχουν κι ένα κουσουράκι, είναι συνήθως τελειομανείς και αγωνίζονται να κάνουν και εσένα τέλειο. Ναι, ξέρω… μην τους παρεξηγείς! Κράτησέ τους κοντά σου, γιατί αυτή είναι η απόδειξη της αγάπης τους.
Η ποιότητα δεν κρύβεται στην τιμή, όταν αναφερόμαστε στον άνθρωπο, αν έχει πάει σε ιδιωτικά ή δημόσια σχολεία, αν ντύνεται με επώνυμα ρούχα ή αν βάφεται με επώνυμα καλλυντικά, αν συχνάζει σε ακριβά εστιατόρια ή μένει μόνο σε ξενοδοχεία πολλών αστέρων.
Η ποιότητα του ανθρώπου βρίσκεται στην παιδεία που τον κάνει άνθρωπο, στην υπομονή να καλλιεργεί αενάως τον εαυτό του, στην επιμονή να κάνει τον κόσμο καλύτερο, στην αποφασιστικότητα να επιτυγχάνει τους στόχους του χωρίς να ρίχνει άλλους απ’ τη θέση τους, στην πίστη στο μαζί, στο σεβασμό της μοναδικότητας του κάθε ατόμου και στη διπλωματία που χρησιμοποιεί για να κάνει τον εχθρό του να φαίνεται ακόμη πιο μικρός, χωρίς να εμπλέκεται σε ανούσιες συγκρούσεις.
Έχουν έντονα ανεπτυγμένο το κριτήριο της αισθητικής. Και δεν εννοώ ότι ελκύονται από όμορφους ανθρώπους εξωτερικά, αλλά είναι καλαίσθητοι, προσεγμένοι, φινετσάτοι και απεχθάνονται τη μετριότητα.
Τους αρέσουν τα θεάματα που έχουν να προσφέρουν κάτι πέραν της ψυχαγωγίας, αυτά που δίνουν τροφή σε μυαλό και ψυχή. Εκπέμπουν ένα κύρος με τη στάση τους, είναι αξιοσέβαστοι και στέκονται πάντα στο ύψος των περιστάσεων.
Δε σχολιάζουν με κίτρινη διάθεση, δεν μπαίνουν στη διαδικασία δημιουργίας ίντριγκας, δεν αποζητούν την επιβεβαίωση μέσω της μείωσης των άλλων και δεν είναι ο εαυτός τους το επίκεντρο του κόσμου τους.
Η ποιότητα των ανθρώπων που μας περιβάλλουν μπορεί να αναβαθμίσει την καθημερινότητά μας, από την επιλογή ενός καλού κόκκινου κρασιού, μέχρι την επιλογή συντρόφου. Όπως έλεγε και ο αείμνηστος Ν. Καζαντζάκης «Η αιωνιότητα είναι ποιότητα, δεν είναι ποσότητα, αυτό είναι το μεγάλο, πολύ απλό μυστικό». Αναζητήστε λοιπόν, αυτούς τους ανθρώπους που κάνουν τις στιγμές σας τόσο όμορφες και ουσιαστικές που να τους αξίζει μία θέση στην αιωνιότητα.
 Κειμeνο:Αναστασίας Νάννου

Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2015

Η Ιστορία και ανάπτυξη του εορτασμού των Χριστουγέννων

Η Ιστορία και ανάπτυξη του εορτασμού των Χριστουγέννων

Η Ιστορία και ανάπτυξη του εορτασμού των ΧριστουγέννωνΗ
Ιστορία και ανάπτυξη του εορτασμού των Χριστουγέννων
Η γέννηση του Ιησού ως ανθρώπου παρουσιάζεται ως ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ιστορία όλης την ανθρωπότητας (Ματθ. 1:18-23· Λουκ.2:1-7· Φιλιπ. 2:6–7). Παρόμοια εκφράζονται και οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς κατά τους πρώτους μετά Χριστόν αιώνες.
Η σημαντική Δεσποτική γιορτή της κατά σάρκα γεννήσεως του Χριστού, είναι μια ιδιαίτερη γιορτή, η οποία σύμφωνα με τον Γρηγόριο Ναζιανζηνό δεν θα πρέπει να συγχέεται με τα γενέθλια οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου, αφού στα Γενέθλια αυτά εορτάζουμε το μοναδικό και ανεπανάληπτο γεγονός ότι «εφάνη γαρ Θεός ανθρώποις δια γεννήσεως». Τα Γενέθλια του Σωτήρα, με την έννοια που δίνει ο Γρηγόριος δηλ. ως Θεοφάνια, είναι γιορτή «αρχαιότατη» που «
συνεωρτάζετο μέχρι της Δ” εκατονταετίας, υπό την καθολικωτέραν επίκλησιν Επιφάνεια, την στ” Ιανουαρίου…μετά της μεγάλης…εορτής του Βαπτίσματος…ο συνεορτασμός των δύο αυτών…εορτών εστηρίζετο εις την, ευθύς μετά την ιστόρησιν του Βαπτίσματος του Ιησού παρά του Ιωάννου, ρήσιν του Ευαγγελιστού Λουκά “και αυτός ην ο Ιησούς ωσεί ετών τριάκοντα αρχόμενος’…Πρώτος ποιείται μνείαν της εορτής Κλήμης ο Αλεξανδρεύς…» Η «αρχαιότητα» αφορά τον 3ο αιώνα και έπειτα καθώς είναι σαφές ότι η Εκκλησία των δύο πρώτων αιώνων δεν τηρούσε οποιονδήποτε εορτασμό της γέννησης του Χριστού.
Σύμφωνα με τις αφηγήσεις της Καινής Διαθήκης, τόσο ο Ιησούς Χριστός όσο και οι μαθητές του δεν γιόρταζαν γενέθλια ανθρώπων, και ο ίδιος ζήτησε ρητά από τους ακολούθους του να τηρούν την ανάμνηση του θυσιαστικού θανάτου του. (Λουκ. 22:19, 20). Επίσης, οι Ιουδαίοι απέρριπταν τον εορτασμό των γενεθλίων καθώς θεωρούνταν παγανιστική συνήθεια και αυτή τη στάση ακολούθησαν και οι Χριστιανοί κατά τους δύο πρώτους αιώνες της χριστιανικής εκκλησίας. Μάλιστα, κατά τον 3ο αιώνα, ο Ωριγένης πίστευε ότι «ὁ φαῦλος τὰ γενέσεως ἀγαπῶν πράγματα ἑορτάζει γενέθλιον» και ότι «ἐπ΄ οὐδεμιᾶς γραφῆς εὕρομεν ὑπὸ δικαίου γενέθλιον ἀγομένην». Στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται ότι η ημέρα της γέννησης του Ιησού ήταν ένα εξαιρετικά χαρμόσυνο γεγονός τόσο για ανθρώπους όσο και για τα αγγελικά πλάσματα καθώς γεννήθηκε ως άνθρωπος ο Σωτήρας της υπάκουης ανθρωπότητας, χαρά που στα ιερά κείμενα εκδηλώνεται με ύμνους. Έτσι, για πολλές χριστιανικές ομολογίες ο εορτασμός των Χριστουγέννων αποτελεί κατεξοχήν την ανάμνηση του σωτηριώδους γεγονότος της ενσάρκωσης του Χριστού. Άλλωστε, σε ότι αφορά την Ορθόδοξη εκκλησία, κάθε θεσμός ή συνήθειά της θεωρείται ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει και να εξελιχθεί μέσα στον οργανισμό της αν δεν έχει καινοδιαθηκική κατοχύρωση.
Κοντά στην χρονική περίοδο που γεννήθηκε «ο Σωτήρας» της ανθρωπότητας, δεν υπήρχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον ακριβή προσδιορισμό της άγνωστης ημερομηνίας στην οποία γεννήθηκε ο Ιησούς αφού θεωρούσαν σημαντικότερο το γεγονός της σάρκωσης του Μεσσία και της σωτηρίας της ανθρωπότητας, γεγονός που εορτάζεται και κατά την γιορτή των Χριστουγέννων στις περισσότερες χριστιανικές εκκλησίες.
Ο χρονικός προσδιορισμός της έναρξης εορτασμού των γενεθλίων του Ιησού δεν μπορεί γίνει με με βεβαιότητα. Για μερικούς ερευνητές, τις πρώτες αναφορές περί εορτασμού της γέννησης του Χριστού (στις 6 Ιανουαρίου), τις συναντάμε στα κείμενα του Πάπα Τελεσφόρου (125-136 μ.Χ.), στοιχεία που από άλλους δεν θεωρούνται αυθεντικά, αλλά μεταγενέστερες παρεμβολές. Σε άλλες περιπτώσεις, έναρξη εορτασμού της γέννησης του Χριστού πιθανολογείται γενικά ο δεύτερος ή και ο τρίτος αιώνας. Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, ο εορτασμός των Χριστουγέννων έγινε για πρώτη φορά στην Αντιόχεια κατά τον 4ο αιώνα από τους Ευσταθιανούς, ένα χριστιανικό κίνημα που είχε άμεση σχέση με την Εκκλησία της Ρώμης.
Σύμφωνα με παράδοση του 8ου αιώνα, στο έργο Περί της Γεννήσεως του Χριστού προς Ζαχαρίαν τον Καθολικόν της Μεγάλης Αρμενίας του αρχιεπισκόπου Νικαίας Ιωάννη, στα αρχεία της Εκκλησίας της Ρώμης φέρεται να υπήρχε έγγραφο του Ιωσήπου το οποίο καταδείκνυε ότι ο Ιησούς γεννήθηκε την 9η του μηνός Σαπέτ, που αντιστοιχεί στην 25η Δεκεμβρίου. Σύμφωνα με τη νεώτερη έρευνα, το έργο αυτό ανάγεται στα τέλη του 9ου αιώνα και θεωρείται αμφιλεγόμενο και νόθο.
Το 386 ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρότρυνε την εκκλησία της Αντιόχειας να συμφωνήσει στην 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού της Γέννησης, και στην Ρώμη το καλεντάρι των Φιλοκαλίων (354 μ.Χ.) περιλαμβάνει στην ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου, απέναντι από την παγανιστική Natalis invicti, δηλ. «γέννηση του ακατανίκητου (ήλιου)», την φράση «VIII kaalitan nattis Christus in Bethleem Iudea». Τον καιρό του Αγ. Αυγουστίνου η ημερομηνία της εορτής της Γέννησης είχε καθοριστεί, πάντως ο Αυγουστίνος την παραλείπει από τον κατάλογό του με τις σημαντικές χριστιανικές επετείους (PL 33.200). Θεωρείται ότι θεμελιώδη σχέση με την επικράτηση αυτής της ημερομηνίας δεν είχε μόνο το χειρόγραφο του Ιωσήπου, αλλά και η ανταγωνίστρια του Χριστιανισμού λατρεία του ήλιου, με την γιορτή του Dies Natalis Solis Invicti, όπως ήταν ο πλήρης τίτλος της (ημέρα γέννησης του ακατανίκητου Ήλιου).
Όπως ειπώθηκε, οι πρώτοι Χριστιανοί, δεν γιόρταζαν γενέθλια ανθρώπων, πιθανώς λόγω της σχέσης των γενεθλίων με την αστρολογία και τη μαντεία, παγανιστικές συνήθειες της εποχής και ίσως για λόγους αποστασιοποίησης από τις γενέθλιες εορτές των Ρωμαίων αυτοκρατόρων αλλά και άλλων θεοτήτων που συνηθιζόταν επί αιώνες να γιορτάζονται τα γενέθλιά τους. Τον 3ο αιώνα, με τις ριζικές αλλαγές που επήλθαν στην Εκκλησία από τον ηλιολάτρη αυτοκράτορα Κωνσταντίνο, φαίνεται πως παραμερίστηκαν οι αντιρρήσεις όσον αφορά τον εορτασμό των γενεθλίων του Χριστού-Θεού, κατά το πρότυπο του εορτασμού των γενεθλίων του θεού Ήλιου στις 25 Δεκεμβρίου. Μερικοί πιστεύουν ότι αυτό έγινε καθώς η πλειονότητα των Χριστιανών ήταν πλέον Εθνικοί (μη Ιουδαίοι), οι οποίοι θεωρούσαν τους εαυτούς τους νομοταγείς Ρωμαίους για τους οποίους τα γενέθλια ήταν απλά μέρος της κουλτούρας τους. Εντούτοις, ακόμη και στις αρχές του 5ου αιώνα κάποιοι Χριστιανοί αρνούνταν να αποδεχτούν τον εορτασμό των Χριστουγέννων, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί ουσιαστικό πρόβλημα με βάση τη διδασκαλία της Καινής Διαθήκης.
Θα πρέπει πάντως να ληφθεί υπόψη ότι με βάση τα βιβλικά κείμενα και τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, σε καμμία περίπτωση η γέννηση του Χριστού δεν γινόταν αντιληπτή με τον ίδιο τρόπο όπως η γέννηση οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου. Εξάλλου, οι περισσότεροι κατανοούσαν τον χριστιανισμό ως κατά βάση ιστορικό και άρα δυναμικό και όχι κάτι στατικό ή αδρανές. Εφόσον οι δομές είχαν μεταβληθεί δραματικά, ήταν δύσκολο οι αντιρρήσεις που επικρατούσαν επί κυριαρχίας της ειδωλολατρίας να εξακολουθούν να εμποδίζουν τον εορτασμό μιας τόσο σημαντικής στιγμής στην ιστορία του χριστιανισμού. Πόσο μάλλον όταν η έναρξη εορτασμού των Χριστουγέννων θεωρήθηκε ότι δεν ήταν αντίθετη προς την Κ.Δ.. Όταν πλέον ο Χριστιανισμός βγήκε από την εποχή των διωγμών και κλήθηκε να συμβάλει ως αναμορφωτικός και ενοποιητικός παράγοντας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, προσπάθησε να ακυρώσει το περιεχόμενο των ειδωλολατρικών εθίμων που ήταν δημοφιλή τότε μετατρέποντας το περιεχόμενό τους σε χριστιανικό.
Τρεις αιώνες μετά τη γέννηση του Χριστού ορίσθηκαν χρονολογικά ο ευαγγελισμός της Θεοτόκου και η γέννηση του Χριστού. Οι ιστορικές πηγές υποδεικνύουν ότι ο εορτασμός των Χριστουγέννων άρχισε να τηρείται στη Ρώμη γύρω στο 335, αν και κάποιοι ερευνητές βασιζόμενοι σε αρχαίους ύμνους με χριστουγεννιάτικη θεματολογία θεωρούν ότι τα πρώτα βήματα που οδήγησαν στον εορτασμό αυτό έγιναν μέσα στον 3ο αιώνα. Η παράδοση θεωρεί ότι η αρχαιότερη ομιλία για τη γιορτή των Χριστουγέννων εκφωνήθηκε από τον Μέγα Βασίλειο στην Καισάρεια της Καππαδοκίας το έτος 376 μ.Χ..
Επί Πάπα Ιουλίου Α” (336-332) τα Χριστούγεννα σταμάτησαν να γιορτάζονται μαζί με τα Θεοφάνεια και θεσπίσθηκε ως επέτειος η 25 Δεκεμβρίου κατόπιν έρευνας των αρχείων της Ρώμης, όπως πιστεύεται, επί της απογραφής που έγινε επί αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου, σε συνδυασμό με υπολογισμό ρήσης του Ευαγγελίου (το οποίο και συνέτεινε) του Προδρόμου λεχθείσα περί τον Χριστόν:»Εκείνος δει αυξάνειν, εμέ δε ελατούσθαι» (Ιωάνν. γ’30). Με βάση αυτή την υποθετική πηγή, η Γέννηση του Χριστού ορίσθηκε κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο όπου και αρχίζει η αύξηση των ημερών.
Μία από τις πολλές ερμηνείες για τον καθορισμό της 25ης Δεκεμβρίου ως ημερομηνίας εορτασμού, αναφέρεται στην επιθυμία του Χριστιανισμού να εκχριστιανίσει σκόπιμα τις αρχαίες ειδωλολατρικές γιορτές όπως τη μεγάλη εθνική εορτή του «ακατανίκητου» θεού Ήλιου (Dies Invictis Solis) και τον εορτασμό των γενεθλίων του Μίθρα που ήταν διαδεδομένα σε όλη την επικράτεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ο εορτασμός αυτής της ημέρας ως ημέρας γέννησης του Χριστού έπρεπε να συντελέσει στον εξοβελισμό σημαντικών παγανιστικών (μη χριστιανικές) γιορτές που τηρούνταν εκείνον τον καιρό, όπως τα Σατουρνάλια και τα Μπρουμάλια. Με τον τρόπο αυτό οι Χριστιανοί επιβεβαίωσαν την επικράτηση της πίστης τους ενάντια στις ειδωλολατρικές θεότητες, δίνοντας ένα εντελώς νέο, χριστιανικό περιεχόμενο στις γιορτές αυτές: ο Ήλιος της Δικαιοσύνης ήταν ο Χριστός της Παλαιάς Διαθήκης, το «φως του κόσμου» (Ιωάν. 8:12) και όχι ο θεός Ήλιος των Ρωμαίων, ενώ ο χριστιανικός κόσμος γιόρταζε με δοξολογία («σύν τώ αγγέλω πλήθος στρατιάς ουρανίου αινούντων…δόξα εν υψίστοις Θεώ καί επί γής ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» Λουκ. 2:13-14) αυτό το χαρμόσυνο για όλους γεγονός («ιδού γάρ ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τώ λαώ» (Λουκ. 2:10).
Ένας πρακτικός λόγος που θέτει υπό αμφισβήτιση ότι ο Χριστός γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου, είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με τις Γραφές οι βοσκοί στη Βηθλεέμ είχαν τα κοπάδια τους στην ύπαιθρο, όταν ο άγγελος Κυρίου τους ανήγγειλε τη γέννηση του Σωτήρα. Στα εύκρατα κλίματα, οι χειμερινοί μήνες είναι παγεροί, κάνει πολύ κρύο και πέφτουν πολλές βροχές. Γι” αυτόν τον λόγο οι βοσκοί με τα κοπάδια τους δεν βρίσκονται στην ύπαιθρο, αλλά στα χειμαδιά τους.
Από τη Δύση ο εορτασμός της Γεννήσεως στις 25 Δεκεμβρίου πέρασε και στην Ανατολή γύρω στο 376. Με τον χρόνο επεκράτησε σε όλο τον χριστιανικό κόσμο εκτός της Αρμενικής Ορθόδοξης Εκκλησίας που συνεχίζει τον συνεορτασμό με τα Θεοφάνια.
Το 529 ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός απαγόρευσε την εργασία και τα δημόσια έργα κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων και τα ανακήρυξε δημόσια αργία. Ως το 1100, καθώς είχε επεκταθεί η δράση των ιεραποστολών στις παγανιστικές ευρωπαϊκές φυλές, όλα τα έθνη της Ευρώπης γιόρταζαν τα Χριστούγεννα. Εντούτοις, αργότερα, εξαιτίας της Μεταρρύθμισης απαγορεύτηκε ή περιορίστηκε κατά περιόδους η τήρησή του εορτασμού τους σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και στην Αμερική, καθώς θεωρούνταν ότι περιλάμβανε σε μεγάλο βαθμό ειδωλολατρικά στοιχεία.
*Πρώτη δημοσίευση: 22 Δεκεμβρίου 2013. Χρησιμοποιήθηκε υλικό από τη Wikipedia, άδεια χρήσης: Creative Commons.


3000 χρόνια... τα κάλαντα των αρχαίων Ελλήνων (έθιμο «Ειρεσιώνη»):

http://wi-fi-votaniki.net/sites/default/files/field/image/%CE%A6%CF%89%CF%84%CE%BF%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%AF%CE%B1%2021_0.jpg 
Το έθιμο
Η Ειρεσιώνη (από το είρος, έριον= μαλλί προβάτου) ήταν ένα κλαδί ελιάς στολισμένο με γιρλάντες από μαλλί λευκό και κόκκινο και τους πρώτους φθινοπωρινούς καρπούς (σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, κάστανα, δημητριακά), ως σύμβολα γονιμότητας της γης. Την εβδόμη ημέρα του μηνός Πυανεψιώνος (22 Σεπτεμβρίου – 20 Οκτωβρίου), παιδιά των οποίων και οι δύο γονείς ζούσαν,περιέφεραν την Ειρεσιώνη στους δρόμους της πόλης των Αθηνών τραγουδώντας από σπίτι σε σπίτι, παίρνοντας το φιλοδώρημά τους από το νοικοκύρη και όταν έφθαναν στο σπίτι τους κρεμούσαν την Ειρεσιώνη πάνω από την εξώπορτά τους, όπου έμενε εκεί μέχρι την ιδία ημέρα του νέου έτους, οπότε, αφού τοποθετούσαν την νέα, κατέβαζαν την παλιά και την έκαιγαν. Άλλα παιδιά κρεμούσαν την Ειρεσιώνη πάνω από την θύρα του Ιερού του Απόλλωνα.
Η σχέχη του, με τη γη και την καρποφορία
Το έθιμο απηχούσε την ευχή των ανθρώπων για την ευφορία της γης, τις ευχαριστίες τους για την καρποφόρα χρονιά που πέρασε και τον εξευμενισμό των θεών για μια ακόμα πιο αποδοτική σε γεννήματα χρονιά, αυτή που ερχόταν. Η γονιμότητα της γης ήταν, αυτονοήτως, πολύ σημαντική για την επιβίωση των πληθυσμών και την ευζωία τους. Το τραγουδάκι που διασώζει ο Πλούταρχος («Βίοι Παράλληλοι, Θησεύς 22″) είναι χαρακτηριστικό:
«Ειρεσιώνη σύκα φέρει και πίονας άρτους
και μέλι εν κοτύλη και έλαιον αναψήσασθαι
και κύλικ” εύζωρον, ως αν μεθύουσα καθεύδη»
δηλαδή: «Η Ειρεσιώνη σου φέρνει σύκα και αφράτα ψωμιά
και μέλι μέσα στο ποτήρι και λάδι για να ψήσεις
και μπουκάλι γεμάτο για να μεθύσεις και να κοιμηθείς γλυκά»  (απόδοση: Ανδρέα Πουρναρά)
Η σχέση της "Ειρεσιώνης" με τα έθιμα των Χριστουγέννων
Το έθιμο έσβησε σαν ειδωλολατρικό αποκύημα κατά τα βυζαντινά χρόνια. Από τα στολισμένα κλαδιά… πιθανότατα προέρχεται και το έθιμο του στολισμού των δέντρων! Πολύ αργότερα, οι Βαυαροί του Όθωνα έφεραν το Χριστουγεννιάτικο δέντρο στην Ελλάδα, που σταδιακά αντικατέστησε το παραδοσιακό καραβάκι που στόλιζαν οι Έλληνες. Από την άλλη, το έθιμο με τα παιδιά να τραγουδούν και να παίρνουν φιλοδώρημα ήταν τα σημερινά κάλαντα...
Φυσικά η λέξη για τα «κάλαντα» είναι δανεισμένη από τη ρωμαϊκή γιορτή των καλένδων, που με τη σειρά της όμως απηχεί ένα ακόμα πιο αρχαίο, ελληνικό έθιμο, αυτό της Ειρεσιώνης.

Πηγές - Άρθρα - Πληροφορίες
http://www.meganisitimes.gr/ [Πρόσβαση 21/7/2015]
http://rodosreport.gr/ [Πρόσβαση 21/7/2015]
www.greekteachers.gr [Πρόσβαση 21/7/2015]

Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2015