ΕΝΟΤΗΤΑ 17η
«ΤΑ ΟΡΘΑ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΙ
ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΕΙΣ ΑΠΟ ΑΥΤΑ» – ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
[ΕΝΟΤΗΤΑ 17η (Γ 7, 1-3/ 5), σελ. 199 του σχολικού
βιβλίου]
Εξαγγελία
του θέματος της ενότητας: τα είδη των πολιτευμάτων και τα γνωρίσματά τους
Ύστερα από όσα είπαμε δίνοντας όλες τις απαραίτητες
εξηγήσεις για τα θέματα που μας απασχόλησαν, σειρά στη διερεύνησή μας έχει τώρα
το θέμα των πολιτευμάτων, να δούμε πόσα είναι και ποια η φύση του καθενός τους.
Και πρώτα, βέβαια, τα ορθά˙ γιατί οι παρεκκλίσεις και οι διαστρεβλώσεις θα
γίνουν φανερές μόλις θα έχουν καθοριστεί τα ορθά πολιτεύματα.
Σύνδεση της έννοιας «πολίτευμα» με
την «κυβέρνηση»
Επειδή όταν
λέμε «πολίτευμα» εννοούμε «αρχή, το σώμα δηλαδή που ασκεί τη διακυβέρνηση στην
πόλη», και η «κυβέρνηση» είναι η ύψιστη αρχή στις πόλεις, αναγκαστικά η ύψιστη
αρχή θα είναι ή ένα μόνο άτομο ή λίγα άτομα ή το σύνολο των πολιτών.
Διάκριση των
πολιτευμάτων σε ορθά και παρεκκλίσεις ανάλογα με τον στόχο που εξυπηρετούν
Όταν λοιπόν ο ένας ή οι λίγοι ή το πλήθος ολόκληρο
ασκούν την εξουσία για την εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος, αυτά τα
πολιτεύματα δεν μπορεί παρά να είναι ορθά˙ όταν, αντίθετα, η εξουσία ασκείται
για την εξυπηρέτηση του ιδιαίτερου συμφέροντος είτε του ενός είτε των λίγων
είτε του πλήθους, τα πολιτεύματα αυτά είναι παρεκκλίσεις και διαστρεβλώσεις των
ορθών. Γιατί ή το όνομα του πολίτη δεν πρέπει να δίνεται σε ανθρώπους που είναι
κατά το πολίτευμα μέλη της πόλης (ενν. μια και δεν λαμβάνονται υπόψη τα
δικαιώματά τους), ή (ενν. αν τους δίνεται το όνομα του πολίτη) πρέπει να έχουν
το μερτικό τους στα πλεονεκτήματα που ανήκουν στα μέλη της πόλης.
Τα ορθά πολιτεύματα (μοναρχία, αριστοκρατία,
«πολιτεία») και ο στόχος τους
Συνηθίζουμε λοιπόν να ονομάζουμε: «βασιλεία» τη
μοναρχία που αποβλέπει στο κοινό συμφέρον και «αριστοκρατία» το πολίτευμα στο
οποίο τη διακυβέρνηση ασκούν λίγα (περισσότερα του ενός) άτομα (το όνομα
οφείλεται είτε στο ότι κυβερνούν οι άριστοι είτε στο ότι ασκούν την εξουσία
αποβλέποντας σε ό,τι είναι άριστο για την πόλη και για τα μέλη της)˙ όταν, τέλος,
κυβερνά ο λαός αποβλέποντας στο κοινό συμφέρον, αυτό το πολίτευμα (στα αρχαία
ελληνικά: αυτή η πολιτεία) πήρε το όνομα «πολιτεία» , μια λέξη που είναι κοινή
για όλα τα πολιτεύματα (στα αρχαία ελληνικά: για όλες τις πολιτείες). …
Οι παρεκκλίσεις των ορθών
πολιτευμάτων (τυραννία, ολιγαρχία, «δημοκρατία») και οι στόχοι τους
Παρεκκλίσεις
και διαστρεβλώσεις των πολιτευμάτων που αναφέραμε είναι: της βασιλείας η
«τυρρανία», της αριστοκρατίας η «ολιγαρχία», της πολιτείας η «δημοκρατία». Η
τυραννία είναι, πράγματι, μια μοναρχία που υπηρετεί το συμφέρον του μονάρχη, η
ολιγαρχία υπηρετεί το συμφέρον των πλουσίων και η δημοκρατία το συμφέρον των
απόρων, κανένα όμως από τα πολιτεύματα αυτά δεν υπηρετεί το συμφέρον του
συνόλου των πολιτών.
ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ
Ο Αριστοτέλης εξαγγέλλει ότι το θέμα που θα τον
απασχολήσει σε αυτή την ενότητα είναι τα είδη των πολιτευμάτων και τα
γνωρίσματά τους. Τα είδη τους διακρίνονται ανάλογα με το πόσοι ασκούν την
εξουσία (ένας, λίγοι ή πολλοί) και τον στόχο που εξυπηρετούν. Έτσι, τα
πολιτεύματα που εξυπηρετούν το κοινό συμφέρον ονομάζονται ορθά, ενώ τα
πολιτεύματα που στοχεύουν στο συμφέρον του ενός, των λίγων ή των πολλών
αποτελούν τις παρεκκλίσεις των ορθών. Πιο συγκεκριμένα, ορθά πολιτεύματα είναι
η βασιλεία, η αριστοκρατία και η «πολιτεία» (με τον ίδιο όρο, «πολιτεία»,
αποδίδεται και η έννοια πολίτευμα). Και τα τρία στοχεύουν στο συμφέρον του
συνόλου των πολιτών. Παρεκκλίσεις των ορθών είναι:
α) η τυραννία, που υπηρετεί το συμφέρον του ενός, του μονάρχη,
α) η τυραννία, που υπηρετεί το συμφέρον του ενός, του μονάρχη,
β) η ολιγαρχία, που υπηρετεί το συμφέρον των ολίγων,
των πλουσίων και
γ) η «δημοκρατία», που υπηρετεί το συμφέρον των
πολλών, των απόρων.
1. Η ΜΕΘΟΔΟΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ
ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΚΑΙ Η ΤΑΥΤΙΣΗ ΤΩΝ ΟΡΩΝ «πολιτεία» ΚΑΙ «πολίτευμα»
Στην ενότητα 15 ο Αριστοτέλης δήλωσε ότι θα τον
απασχολήσει η διερεύνηση των εννοιών «πολιτεία», «πόλις» και «πολίτης», στην
εξέταση των οποίων πρέπει να ακολουθηθεί, κατά τη γνώμη του, η εξής σειρά:
πρώτα πρέπει να δοθεί ο ορισμός του πολίτη, έπειτα της πόλης και τελευταία στη
σειρά να εξεταστεί η έννοια «πολιτεία». Έτσι, στις προηγούμενες ενότητες έκανε
λόγο για τα γνωρίσματα του πολίτη (ενότητα 15), έδωσε τον ορισμό του πολίτη
αναφερόμενος αρχικά στα κριτήρια που δεν τον προσδιορίζουν με ασφάλεια και
έπειτα σε εκείνα που θεωρεί ασφαλή (ενότητα 16), έδωσε επίσης τον ορισμό της πόλης
χρησιμοποιώντας την αναλυτική μέθοδο (ενότητα 15 – 16), για να καταλήξει πλέον
στο τελευταίο προς διερεύνηση θέμα, την «πολιτεία», δηλαδή το πολίτευμα και τα
είδη του.
Στην παρούσα ενότητα ταυτίζει τους όρους «πολιτεία»
και «πολίτευμα», καθώς η μορφή της «πολιτείας» προσδιορίζεται από το
περιεχόμενο, την οργάνωση και τη λειτουργία του πολιτεύματος. «Πολίτευμα», από
την άλλη, είναι το σώμα που ασκεί την εξουσία στην πόλη, η ύψιστη αρχή, η οποία
μπορεί να είναι είτε ένα άτομο είτε λίγα είτε το σύνολο των πολιτών.
2. ΤΑ ΕΙΔΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΙ
ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥΣ
Τα πολιτεύματα διακρίνονται, κατά τον Αριστοτέλη, σε
ορθά και στις παρεκκλίσεις τους από τα ορθά. Έτσι:
ΟΡΘΑ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΑ
|
→
|
ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΘΑ
|
1)
Βασιλεία
κυβερνά ένας
στόχος: το κοινό συμφέρον
|
→
|
1)
Τυραννία
κυβερνάει ένας
στόχος: το συμφέρον του μονάρχη
|
2)
Αριστοκρατία
κυβερνούν λίγοι (οι άριστοι)
στόχος: το κοινό συμφέρον
|
→
|
2)
Ολιγαρχία
κυβερνούν λίγοι (οι πλούσιοι)
στόχος: το συμφέρον των λίγων (των πλουσίων)
|
3)
«Πολιτεία»
κυβερνά ο λαός
στόχος: το κοινό συμφέρον
|
→
|
3)
«Δημοκρατία»
κυβερνά ο λαός (οι άποροι)
στόχος: το συμφέρον των πολλών (των απόρων)
|
3. ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ ΤΩΝ
ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΩΝ
Κατά τον Αριστοτέλη, τα πολιτεύματα διακρίνονται με
βάση τα εξής κριτήρια:
α) Αριθμητικό κριτήριο: τα πολιτεύματα διακρίνονται ανάλογα
με τον αριθμό των προσώπων που ασκούν την εξουσία. Έτσι, η εξουσία μπορεί να ασκείται
είτε από ένα πρόσωπο –βασιλιάς, τύραννος– είτε από λίγους –αριστοκράτες,
ολιγαρχικούς– είτε από τον λαό –πολιτεία, δημοκρατία.
β) Ποιοτικό κριτήριο: το κριτήριο που διαφοροποιεί
αξιολογικά τα πολιτεύματα και τα διακρίνει σε ορθά και σε παρεκκλίσεις
(«παρεκβάσεις») από τα ορθά είναι ο στόχος, το συμφέρον το οποίο
υπηρετούν. Έτσι,
βλέπουμε ότι στα ορθά πολιτεύματα –βασιλεία, αριστοκρατία, πολιτεία– οι φορείς
της εξουσίας αποβλέπουν στο συμφέρον του συνόλου των πολιτών, την ευδαιμονία
και, συνεπώς, στην ύψιστη αυτάρκεια. Αντιθέτως, στις παρεκκλίσεις αυτών οι
φορείς της εξουσίας αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση του δικού τους συμφέροντος. Πιο
συγκεκριμένα, ο τύραννος επιδιώκει να διατηρήσει την εξουσία με άνομο τρόπο και
να αποκομίσει τα μεγαλύτερα οφέλη από αυτή. Η ολιγαρχία αποβλέπει στο πολιτικό και
οικονομικό συμφέρον των λίγων, των πλουσίων, οι οποίοι ελέγχουν την εξουσία
ακυρώνοντας το συμφέρον των πολιτών, και η «δημοκρατία», στην οποία την εξουσία
ασκεί με ιδιοτέλεια το πλήθος των απόρων, επιδιώκει να εξυπηρετεί το συμφέρον
των πολλών αδιαφορώντας όμως για το κοινό καλό, το συμφέρον όλων ανεξαιρέτως
των πολιτών.
Βέβαια, παρατηρούμε ότι στην περίπτωση της ολιγαρχίας
και της «δημοκρατίας» το κριτήριο διάκρισής τους δεν είναι μόνο ποιοτικό, αλλά και
οικονομικό-ταξικό, καθώς δεν
υπηρετείται το συμφέρον των λίγων και των πολλών (του πλήθους) αντίστοιχα, αλλά
το συμφέρον των πλουσίων και των απόρων.
Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί ότι η διάκριση των
πολιτευμάτων σε τρία ορθά και τρεις αντίστοιχες παρεκκλίσεις είναι πλατωνική (Πολιτικός, 291d). Η διαφορά με τον Αριστοτέλη
έγκειται στο κριτήριο διάκρισής τους, το οποίο, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, είναι ο νόμος, τον οποίο άλλα από τα πολιτεύματα
ακολουθούν και άλλα όχι.
4. Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η βασιλεία, το πρώτο ορθό
πολίτευμα, είναι η μοναρχία, η εξουσία του ενός, που έχει ως στόχο της την
εξυπηρέτηση των συμφερόντων του λαού, σε αντίθεση με την τυραννία που είναι
μοναρχία που αποβλέπει στο συμφέρον του τυράννου. Στη βασιλεία η εξουσία
βρίσκεται στα χέρια ενός άνδρα που ξεχωρίζει σε αρετή από όλους τους άλλους και το ορθό είναι να αναγνωριστεί
απ’ όλους τους πολίτες ως μόνιμος φορέας της πολιτικής εξουσίας (Κ. Τσάτσος).
5. Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ
Στην αριστοκρατία, το δεύτερο ορθό πολίτευμα, τη
διοίκηση της πολιτείας την ασκούν οι «ἄριστοι». Κατά τον Αριστοτέλη, οι άριστοι
ορίζονται με βάση την παιδεία, τη μόρφωση που έχουν, η οποία είναι σύμφωνη με
τον νόμο («ὑπὸ τοῦ νόμου κειμένη»). Επομένως, η αριστοκρατία στηρίζεται στην «κατ’
ἀρετὴν» υπεροχή όχι του ενός, όπως στη βασιλεία, αλλά περισσοτέρων. Σύμφωνα με την πολιτική σκέψη του
Αριστοτέλη η αριστοκρατία περιλαμβάνει τρεις κατηγορίες πολιτών: τους εύπορους,
τους άπορους και τους «κατ’ ἀρετὴν διαφέροντες». Όταν υπερέχει το τελευταίο
στοιχείο, τότε η αριστοκρατία πλησιάζει στην ιδανική πολιτεία και στόχος της
είναι το κοινό καλό (Πολιτικά 1293b και 1307a 9).
Σκόπιμο κρίνεται να αναφερθεί σε αυτό το σημείο ότι τα
χαρακτηριστικά της αριστοκρατίας που αναφέρονται στο χωρίο «το όνομα
αριστοκρατία οφείλεται είτε στο ότι κυβερνούν οι άριστοι είτε στο ότι ασκούν
την εξουσία αποβλέποντας σε ό,τι είναι άριστο για την πόλη και για τα μέλη της»
θα έπρεπε να αναφέρονται σε όλα τα ορθά πολιτεύματα, όμως προβάλλονται στην
αριστοκρατία τονίζοντας έτσι την αξία της για τον φιλόσοφο.
6. Η «πολιτεία»
Τον όρο «πολιτεία» τον συναντάμε τον 4ο π.Χ. αιώνα να
χρησιμοποιείται κι από άλλους, πέραν του Αριστοτέλη, συγγραφείς, ιδίως ρήτορες.
Δηλώνονταν μ’ αυτόν είτε τα μη μοναρχικά πολιτεύματα είτε η θετική εκδοχή της
δημοκρατίας. Εκτροπή αυτού του πολιτεύματος ήταν η εκδοχή της «δημοκρατίας» που
απέβλεπε στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος μόνο των απόρων, την οποία κατατάσσει
ο φιλόσοφος στα παρεκκλίνοντα πολιτεύματα.
Για τον Αριστοτέλη λοιπόν, η «πολιτεία» είναι το τρίτο
αξιολογικά ορθό πολίτευμα, ένα πολίτευμα-μεσότητα, το οποίο αποβλέπει στο
συμφέρον του συνόλου των πολιτών και όχι μονομερώς στο συμφέρον μιας τάξης. Στο
πολίτευμα αυτό κυβερνούν, κατά τον φιλόσοφο, οι πολίτες της μέσης κοινωνικά και
οικονομικά τάξης, οι οποίοι υπακούουν εύκολα στη λογική, γι’ αυτό δεν είναι
ούτε δεσποτικοί ούτε ιδιοτελείς στην άσκηση της εξουσίας. Ο φιλόσοφος αποδίδει
στο πολίτευμα αυτό το όνομα «πολιτεία», ένα όνομα κοινό για όλες τις μορφές
πολιτευμάτων. Έτσι, και ιδιαίτερα με τις φράσεις «συνηθίζουμε να ονομάζουμε» και
«πήρε το όνομα πολιτεία», το πολίτευμα αυτό εξαίρεται ως το «κατεξοχήν»
πολίτευμα (σχήμα «κατεξοχήν»), το πολίτευμα δηλαδή που κατά την
κοινή αντίληψη είναι το καλύτερο από τα άλλα.
Όμως η χρήση του τρίτου προσώπου («πήρε»), όταν
αναφέρεται στην «πολιτεία», αντί του αντικειμενικού «ονομάζεται» από τον
φιλόσοφο, καταδεικνύει ότι ο ίδιος δεν συμμερίζεται την άποψη αυτή. Αντίθετα, η
χρήση πρώτου πληθυντικού προσώπου («συνηθίζουμε να ονομάζουμε»,) όταν
αναφέρεται στα πολιτεύματα της βασιλείας και της αριστοκρατίας, δείχνει ότι τα
θεωρεί καλύτερα.
7. Η ΤΥΡΑΝΝΙΑ
Η τυραννία, παρέκκλιση της βασιλείας, είναι το
πολίτευμα στο οποίο την εξουσία ασκεί ο τύραννος, είναι η μοναρχική ισχύς του
ενός, ο οποίος αποβλέπει στην εξυπηρέτηση του προσωπικού του συμφέροντος καταπατώντας
κάθε έννοια δικαίου. Στο πολίτευμα της τυραννίας η εξουσία ασκείται δεσποτικά,
αυθαίρετα και αθέμιτα, καταλύεται η αρχή της νομιμότητας και το δημόσιο
συμφέρον παραβλέπεται. Κατά τον Αριστοτέλη, η τυραννία είναι το χειρότερο
πολίτευμα (Ηθικά Νικομάχεια, 1160a 41-1160b 11). Την ίδια άποψη διατυπώνει και ο
Πλάτωνας στο έργο του «Πολιτεία» για την τυραννία, την οποία κατατάσσει στα
«φαῦλα» πολιτεύματα, ενώ θεωρεί τους τυράννους τους πιο άδικους και άνομους.
Σχετικά με τη λέξη «τύραννος» διαπιστώνεται σημασιολογική
απόκλιση στο πέρασμα
των χρόνων. Αρχικά, ιδιαίτερα στα χρόνια πριν από τον Τρωικό πόλεμο, η λέξη δεν
είχε αρνητική σημασία και δήλωνε αυτόν που με τη βοήθεια του δήμου καταλάμβανε
την εξουσία. Με αυτή τη σημασία χρησιμοποιείται ο όρος και στον τίτλο της
τραγωδίας του Σοφοκλή «Οιδίπους τύραννος» και στον Αισχύλο (Προμηθέας
Δεσμώτης, στίχος
736), όπου ο Δίας αποκαλείται «τῶν θεῶν τύραννος». Επειδή όμως η απόλυτη και
ανεξέλεγκτη εξουσία διαφθείρει, τελικά ο όρος κατέληξε να δηλώνει αυτόν που
καταπιέζει τους υπηκόους του (βλέπε σχολικό εγχειρίδιο, σελ. 128). Βέβαια, δεν
έλειψαν και οι τύραννοι που άσκησαν την εξουσία με σωστό τρόπο.
8. Η ΟΛΙΓΑΡΧΙΑ
Η ολιγαρχία είναι η παρέκκλιση της αριστοκρατίας.
Είναι η κυριαρχία μιας μειοψηφίας που αποτελείται από πλουσίους και αποβλέπει
στην εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων. Το πολίτευμα της ολιγαρχίας
αδιαφορεί για το γενικό συμφέρον, επομένως και για την ευδαιμονία των πολιτών.
Ασφαλώς δεν μπορεί να υπηρετήσει την αυτάρκεια της πόλης ούτε να θέσει και να επιτύχει
τον ύψιστο στόχο, το «εὖ ζῆν». Και ο Πλάτωνας, άλλωστε, στην «Πολιτεία» του
κατατάσσει την ολιγαρχία στα φαύλα πολιτεύματα, καθώς οι εκπρόσωποί της
λατρεύουν το χρήμα, περιφρονούν την παιδεία και αδιαφορούν για την τιμή και την
υπεράσπιση της πατρίδας τους.
9. Η «δημοκρατία»
Η «δημοκρατία» αποτελεί, κατά τον φιλόσοφο, παρέκκλιση
της «πολιτείας» και εξυπηρετεί τα συμφέροντα όχι όλων ανεξαιρέτως των πολιτών,
αλλά μιας τάξης, μιας πλειοψηφίας που την αποτελούν οι άποροι. Έτσι, ούτε αυτό
το πολίτευμα μπορεί να εξασφαλίσει την ευημερία της πόλης, εφόσον επιφέρει
κοινωνικές αδικίες και συγκρούσεις. Σε άλλο σημείο των «Πολιτικών» ο
Αριστοτέλης τονίζει ότι οι άρχοντες του δημοκρατικού πολιτεύματος διακρίνονται
για την ταπεινή τους καταγωγή («ἀγένειαν»), τη φτώχεια («πενίαν») και τις
κατώτερες ενασχολήσεις τους («βαναυσίαν»). Αυτή, λοιπόν, η μορφή πολιτεύματος
ενδιαφέρεται για τα συμφέροντα φτωχότερων τάξεων. Και ο Πλάτωνας στην
«Πολιτεία» του θεωρεί τη δημοκρατία ανάπηρο πολίτευμα, όπου όλα επιτρέπονται και
ο καθένας μιλά, πράττει και ζει ανεξέλεγκτα.
10. ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ
«πολιτεία» ΚΑΙ «δημοκρατία» ΜΕ ΣΗΜΕΡΙΝΟΥΣ ΟΡΟΥΣ
Αν προσπαθούσαμε να συσχετίσουμε τους όρους «πολιτεία»
και «δημοκρατία» με σημερινούς, αυτό θα ήταν ομολογουμένως ένα πολύ δύσκολο
έργο. Παρ’ όλα αυτά πολλοί μελετητές θεωρούν ότι αντίστοιχη με τη λέξη
«πολιτεία» θα ήταν ίσως, στις μέρες μας, η έκφραση «συνταγματική δημοκρατία».
Από την άλλη, για τον αριστοτελικό όρο «δημοκρατία» πολλοί χρησιμοποίησαν
εκφράσεις όπως «αχαλίνωτη δημοκρατία», «οχλοκρατία», «ανεξέλεγκτη δημοκρατία».
11. ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΩΝ
ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
Ο Αριστοτέλης διακρίνει τα πολιτεύματα σε ορθά και
στις παρεκκλίσεις από τα ορθά με κριτήριο το αν υπηρετείται το κοινό συμφέρον.
Η διάκριση αυτή κινείται, κατά τον Ι. Αναστασίου, σε θεωρητική βάση. Ο
φιλόσοφος δηλαδή προσπαθεί να εξετάσει τα είδη των πολιτευμάτων και τα
γνωρίσματά τους, δεν εξετάζει όμως αν όλες του αυτές οι διαπιστώσεις μπορούν να
γίνουν πράξη. Εν ολίγοις, δεν εξετάζει αν υπάρχει στην πραγματικότητα πολίτευμα
που να αποβλέπει στο συμφέρον του συνόλου των πολιτών και αν αυτός ο στόχος
είναι εφικτός. Ωστόσο, κατά τον Κ. Τσάτσο, η «πολιτεία», όπως ο Αριστοτέλης την
προσδιορίζει, είναι μια πολιτεία πραγματοποιήσιμη, διάφορη προς την ιδεατή πολιτεία,
αλλά πολύ κοντά σε αυτήν.
12. Η ΙΔΑΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ.
Σ’ αυτό το σημείο κρίνεται ενδιαφέρον να σχολιάσουμε
να σχολιάσουμε ποια θεωρείται ιδανική πολιτεία κατά την άποψη του Αριστοτέλη
και του Πλάτωνα. Ο Αριστοτέλης, λοιπόν, αναζητώντας το ιδανικό πολίτευμα ξεκινά
από τα υπάρχοντα πολιτεύματα της εποχής του. Ιδανικό πολίτευμα, ορθό κατά την
πολιτική του θεωρία, είναι αυτό που ανταποκρίνεται στο ποιοτικό κριτήριο, αυτό
που επιδιώκει το κοινό συμφέρον, την ευδαιμονία του συνόλου των πολιτών,
ανεξάρτητα από τον αριθμό αυτών που ασκούν την εξουσία και το όνομα του
πολιτεύματος. Έτσι, στα ορθά πολιτεύματα ανήκουν, κατά σειρά προτεραιότητας, η
βασιλεία, η αριστοκρατία και η «πολιτεία».
Αντίθετα, ο Πλάτωνας ορίζει την ιδανική πολιτεία του
ως άριστο πολίτευμα και σύμφωνα με αυτή ελέγχει και χαρακτηρίζει τα άλλα
πολιτεύματα φαύλα, ελαττωματικά. Εξετάζοντας λοιπόν το κάθε φαύλο πολίτευμα
μέχρι το χειρότερο απ’ όλα, την τυραννία ,επισημαίνει ότι η αρετή και η
δικαιοσύνη μειώνονται στο καθένα από αυτά για χάρη του ατομικού συμφέροντος.
Ιδανικό πολίτευμα είναι για τον Πλάτωνα αυτό που επιδιώκει και διασφαλίζει τη
δικαιοσύνη σε ολόκληρη την πόλη. Στο πολίτευμα αυτό, όπως γνωρίζουμε, η εξουσία
ασκείται από τους πεπαιδευμένους, οι οποίοι μέσω της παιδείας που έχουν λάβει
έχουν φτάσει στη θέαση του αγαθού.
Κοινή είναι η αντίληψη των δύο φιλοσόφων για την
παιδεία που την θεωρούν βασικό σκοπό της πολιτείας. Η πολιτεία μεριμνά για την
ηθικοποίηση κατά τον Πλάτωνα και την αγωγή στην αρετή κατά τον Αριστοτέλη.
ΕΝΟΤΗΤΑ 18η
ΠΡΕΠΕΙ ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΝΑ
ΑΣΚΕΙ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ; – ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Διατύπωση του θέματος με σχετική
επιφύλαξη: την πολιτική εξουσία πρέπει μάλλον να την ασκεί το πλήθος των
πολιτών παρά οι λίγοι και άριστοι
Η άποψη ότι
την εξουσία στην πόλη πρέπει μάλλον να την ασκεί το πλήθος παρά οι άριστοι που είναι λίγοι, νομίζω ότι μπορεί
να συζητηθεί –με το νόημα ότι είναι μια άποψη που παρουσιάζει, βέβαια, κάποιες
δυσκολίες, που περιέχει όμως ίσως και κάποια αλήθεια.
Πρώτη θέση προς διερεύνηση: η άσκηση
της εξουσίας από το πλήθος· ενίσχυση πλεονεκτημάτων με τη χρήση παραδείγματος,
παρομοίωσης και μεταφοράς
Για το
πλήθος μπορεί κανείς να πει τούτο: το κάθε επιμέρους άτομο μπορεί να μην είναι
τίποτε το αξιόλογο, ενωμένοι όμως όλοι μαζί είναι ενδεχόμενο να είναι, όχι σαν
άτομα αλλά σαν σύνολο, καλύτεροι από εκείνους [Δες ερμηνευτικό σχόλιο 1] – όπως
ακριβώς τα δείπνα που γίνονται με τη συνεισφορά πολλών είναι καλύτερα από εκείνα
που γίνονται με έξοδα ενός μόνο ανθρώπου. Πολλοί καθώς είναι, ο καθένας
διαθέτει ένα μόριο αρετής και φρόνησης, και έτσι, ενωμένοι οι πολλοί γίνονται,
κατά κάποιο τρόπο, ένας άνθρωπος με πολλά πόδια, με πολλά χέρια και με πολλές
αισθήσεις –και με ανάλογη, βέβαια, αρετή και εξυπνάδα. Γι’ αυτό και οι πολλοί
είναι σε θέση να κρίνουν καλύτερα τα έργα της μουσικής και των ποιητών: ο ένας
κρίνει ένα μέρος, ο άλλος ένα άλλο, και όλοι μαζί το σύνολο.
Δεύτερη θέση προς διερεύνηση: η άσκηση
της εξουσίας από τους αξιόλογους ανθρώπους· ενίσχυση πλεονεκτημάτων με τη χρήση
αναλογικών παραδειγμάτων
Από την άλλη
όμως μεριά, οι αξιόλογοι άνθρωποι είναι ανώτεροι από το κάθε επιμέρους άτομο
ενός πλήθους, ακριβώς γιατί στο πρόσωπό τους συνενώνονται στοιχεία που εκεί
είναι διάσπαρτα και χωριστά [Δες ερμηνευτικό σχόλιο 4] – έτσι δεν λέμε ότι
συμβαίνει και στην περίπτωση των ωραίων και μη ωραίων ανθρώπων, των
ζωγραφισμένων και αληθινών μορφών; Αν τα στοιχεία αυτά τα πάρουμε χωριστά,
μπορούμε, βέβαια, τότε να πούμε ότι το τάδε συγκεκριμένο άτομο έχει πιο όμορφο
μάτι από το μάτι του ανθρώπου της ζωγραφιάς, ή ότι ένα άλλο άτομο έχει πιο
όμορφο κάποιο άλλο μέλος του σώματός του
ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ
Ο Αριστοτέλης στην αρχή της ενότητας διατυπώνει με
κάποια επιφυλακτικότητα στο ύφος του, την άποψη ότι την πολιτική εξουσία πρέπει
μάλλον να την ασκεί το πλήθος των πολιτών παρά οι λίγοι και άριστοι.
Προχωρά στη διερεύνηση της θέσης αυτής διατυπώνοντας
την αθροιστική θεωρία, σύμφωνα με την οποία το πλήθος υπερέχει του ενός ή
των λίγων, γιατί διαθέτει συνολικά πολλαπλάσια δύναμη, αρετή και εξυπνάδα. Ο
Αριστοτέλης φαίνεται να πιστεύει ότι η φρόνηση και η αρετή είναι αθροίσιμα μεγέθη
και αυτό το συμπεραίνει από άλλους τομείς της ζωής. Η θεωρία επιβεβαιώνεται με
ένα παράδειγμα από την καθημερινή ζωή, που αφορά την οργάνωση ενός δείπνου, μια
παρομοίωση από τη μυθολογία και μια μεταφορά που αφορά την κριτική μουσικών και
ποιητικών έργων.
Στη συνέχεια του κειμένου ο φιλόσοφος θα παρουσιάσει,
χωρίς επιφυλάξεις αυτή την φορά, τα πλεονεκτήματα της άποψης ότι την εξουσία
πρέπει να την ασκούν οι άριστοι – αξιόλογοι άνθρωποι. Για να την ενισχύσει
χρησιμοποιεί ένα παράδειγμα από τη ζωή και ένα από την τέχνη. Έτσι καταλήγει
στη θέση ότι στο πρόσωπο των άριστων, όπως και στα ζωγραφικά έργα,
συγκεντρώνονται χαρακτηριστικά που μέσα στο πλήθος βρίσκονται διάσπαρτα και
χάνονται, χωρίς όμως να αποκλείει και την περίπτωση η μειοψηφία των αξιόλογων
ανθρώπων ως σύνολο, να συγκεντρώνει συνολικά λιγότερες θετικές ιδιότητες από
αυτές του ενωμένου πλήθους.
Έτσι, δημιουργώντας μία αναλογία μεταξύ πολιτικής
θεωρίας και αισθητικής, διατυπώνει την πρωτότυπη άποψη ότι σε πολιτικά και
αισθητικά ζητήματα η ενωμένη κριτική δύναμη ενός ανώνυμου πλήθους είναι
μεγαλύτερη από την κριτική δύναμη ενός ειδικού, με την προϋπόθεση ότι το πλήθος
διαθέτει ένα ορισμένο πολιτιστικό επίπεδο. (Πολιτικά 1281b 20).
1. Η ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟ
ΠΛΗΘΟΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΤΗΣ «αθροιστικής θεωρίας»
Στο πρώτο μέρος της ενότητας ο Αριστοτέλης διερευνά με
επιφύλαξη και διστακτικότητα στο ύφος το θέμα της άσκησης της εξουσίας από το
πλήθος.
Για το θέμα αυτό διαπιστώνει αρνητικά και θετικά
στοιχεία:
α) Το αρνητικό στοιχείο είναι ότι το κάθε επιμέρους άτομο μπορεί να μην είναι
αξιόλογος άνθρωπος.
β) Το θετικό στοιχείο είναι ότι ενωμένα όλα αυτά τα επιμέρους άτομα μπορούν να αποτελέσουν μια δύναμη ανώτερη από εκείνη των λίγων και άριστων. Το πλήθος, λοιπόν, υπερέχει του ενός ή των λίγων, γιατί μπορεί να διαθέτει συνολικά περισσότερη αρετή και φρόνηση από αυτούς («ενωμένοι … καλύτεροι από εκείνους»). Η άποψη αυτή είναι η λεγόμενη «αθροιστική θεωρία», η οποία αποτελεί ως σήμερα βασικό επιχείρημα υπέρ της δημοκρατίας ή της «πολιτείας», όπως την ονομάζει ο Αριστοτέλης, ενός πολιτεύματος που περικλείει τα πλεονεκτήματα όλων των άλλων πολιτευμάτων και αποτελεί σύνθεση δημοκρατικών στοιχείων.
β) Το θετικό στοιχείο είναι ότι ενωμένα όλα αυτά τα επιμέρους άτομα μπορούν να αποτελέσουν μια δύναμη ανώτερη από εκείνη των λίγων και άριστων. Το πλήθος, λοιπόν, υπερέχει του ενός ή των λίγων, γιατί μπορεί να διαθέτει συνολικά περισσότερη αρετή και φρόνηση από αυτούς («ενωμένοι … καλύτεροι από εκείνους»). Η άποψη αυτή είναι η λεγόμενη «αθροιστική θεωρία», η οποία αποτελεί ως σήμερα βασικό επιχείρημα υπέρ της δημοκρατίας ή της «πολιτείας», όπως την ονομάζει ο Αριστοτέλης, ενός πολιτεύματος που περικλείει τα πλεονεκτήματα όλων των άλλων πολιτευμάτων και αποτελεί σύνθεση δημοκρατικών στοιχείων.
Η αξία της συνεισφοράς των πολλών και συνεπώς η ιδέα
της αθροιστικής θεωρίας είναι γνωστή ήδη από τα χρόνια του Ομήρου. Στη ραψωδία
Ν της Ιλιάδας ο ποιητής περιγράφει μια φοβερή μάχη μεταξύ των Αχαιών και των
Τρώων δίπλα στα καράβια και βάζει κάποια στιγμή στο στόμα του Ποσειδώνα την
ακόλουθη φράση, με την οποία ο θεός θέλει να εμψυχώσει τον ήρωα Ιδομενέα (στ.
237): «κι οι πιο αχαμνοί, σαν πουν να σμίξουνε, κάτι θα κάνουν πάντα»
(«συμφερτὴ δ’ ἀρετὴ πέλει ἀνδρῶν καὶ μάλα λυγρῶν»).
2. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΗΣ
ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ
Ο Αριστοτέλης, προκειμένου να αποδείξει τη μεγάλη αξία
της συνεισφοράς του πλήθους έναντι της συνεισφοράς των ολίγων και αρίστων,
χρησιμοποιεί ως τεκμήρια τα εξής παραδείγματα:
α) Η οργάνωση ενός δείπνου («όπως ακριβώς τα δείπνα … ενός μόνο ανθρώπου»): πρόκειται για ένα παράδειγμα, αντλημένο από την καθημερινή ζωή. Ένα δείπνο είναι καλύτερο και πλουσιότερο, αν συνεισφέρουν οικονομικά πολλοί στην προετοιμασία του. Με ανάλογο τρόπο και η πόλη διοικείται καλύτερα, αν συμμετέχουν πολλοί στην άσκηση της εξουσίας.
α) Η οργάνωση ενός δείπνου («όπως ακριβώς τα δείπνα … ενός μόνο ανθρώπου»): πρόκειται για ένα παράδειγμα, αντλημένο από την καθημερινή ζωή. Ένα δείπνο είναι καλύτερο και πλουσιότερο, αν συνεισφέρουν οικονομικά πολλοί στην προετοιμασία του. Με ανάλογο τρόπο και η πόλη διοικείται καλύτερα, αν συμμετέχουν πολλοί στην άσκηση της εξουσίας.
Ιδιαίτερα η φράση «όχι σαν άτομα, αλλά σαν σύνολο» μας
παραπέμπει στον ορισμό του πολίτη που έδωσε ο Αριστοτέλης στην τελευταία
παράγραφο της 16ης ενότητας. Η συμμετοχή των πολιτών στην εκκλησία του δήμου
και ο μεγάλος αριθμός των πολιτών – δικαστών έδειχνε καθαρά πως το σώμα των
πολιτών θεωρούνταν στην Αθήνα ικανό να παίρνει αποφάσεις χάρη στην «αθροιστικά»
συσσωρευόμενη αρετή και φρόνηση.
β) Ο άνθρωπος με τα πολλά χέρια και πόδια («Πολλοί καθώς είναι … αρετή και
εξυπνάδα»): η παρομοίωση αντλείται από τον χώρο της μυθολογίας, όπου συναντάμε
τα τερατόμορφα πλάσματα με τα πολλά χέρια και πόδια. Χαρακτηριστικά
παραδείγματα αποτελούν οι Ερινύες, οι Εκατόγχειρες κτλ. Κατ’ αναλογία λοιπόν με
αυτά τα πλάσματα, και το πλήθος μοιάζει με έναν άνθρωπο με πολλά χέρια και
πόδια, με πολλαπλάσια επομένως δύναμη και με συσσωρευμένη αρετή και εξυπνάδα.
γ) Η κριτική μουσικών και ποιητικών έργων («Γι’ αυτό και οι πολλοί … και όλοι
μαζί το σύνολο»): η μεταφορά μας παραπέμπει στην κρίση των μουσικών και
ποιητικών έργων στους δραματικούς αγώνες στην αρχαία Αθήνα. Οι κριτές αυτών των
αγώνων, οι οποίοι ήταν δέκα στον αριθμό διέθεταν την θεατρική παιδεία των
Αθηναίων της εποχής τους και εκλέγονταν με κλήρωση από το σύνολο των πολιτών. Ο
καθένας τους έγραφε την κρίση του πάνω σε μια πινακίδα. Το αποτέλεσμα προέκυπτε
από τις κρίσεις που αναγράφονταν στις πέντε από τις δέκα πινακίδες κι έτσι,
εκφραζόταν η γνώμη όλων των Αθηναίων πολιτών.
Αντίστοιχα και ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι το κάθε άτομο,
έστω κι αν δεν διαθέτει εξειδικευμένες γνώσεις, αλλά διαθέτει καλλιέργεια (Πολιτικά 1282a 15: «ἂν ᾖ τὸ πλῆθος μὴ λίαν
ἀνδραποδῶδες, ἔσται γὰρ ἕκαστος μὲν χείρων κριτὴς τῶν εἰδότων, ἅπαντες δὲ
συνελθόντες ἢ βελτίους ἢ οὐ χείρους»), μπορεί να κρίνει κάποιες λεπτομέρειες
του έργου. Ο Αριστοτέλης λοιπόν διακρίνει από τη μία μεριά την κριτική
ικανότητα του ειδικού στο αντικείμενό του, κι από την άλλη την κριτική
ικανότητα του μορφωμένου ανθρώπου. Αν αθροίσουμε τις κρίσεις του κάθε ατόμου,
θα προκύψει μια πιο ολοκληρωμένη αξιολόγηση και πιο αντικειμενική κριτική.
Επομένως και πάλι αποδεικνύεται η υπεροχή της συλλογικής κρίσης του πλήθους.
Αντίθετοι με την άποψη του Αριστοτέλη, ότι κριτική
μπορεί να ασκεί κάθε επιμέρους άτομο, ήταν ο Σωκράτης και ο Πλάτωνας. Ο
Σωκράτης σύμφωνα με όσα μας διηγείται ο βιογράφος των αρχαίων φιλοσόφων
Διογένης ο Λαέρτιος στις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα (Βίοι
φιλοσόφων ΙΙ 42),
έλεγε πως η γνώμη μας για την αρετή δεν μπορεί τελικά να διαμορφώνεται με τον
τρόπο με τον οποίο καταλήγουν στις αποφάσεις τους οι δικαστές˙ ήθελε δηλαδή να
πει πως τέτοια θέματα είναι θέματα των ειδικών και όχι του πλήθους. Άλλωστε κι
ο ίδιος υπήρξε θύμα της «γνώμης» των πολλών. Ο Πλάτωνας από την άλλη, μίλησε
στους «Νόμους» του (Νόμοι 700a – 701b, και στο 670b) για «ἀμούσους βοὰς
πλήθους», ή «γελοῖος γὰρ ὅ γε πολὺς ὄχλος ἡγούμενος ἱκανῶς γιγνώσκειν τό τε
εὐάρμοστον καὶ εὔρυθμον καὶ μη» και παραπονέθηκε στο τέλος, ότι «τὰ θέατρα ἐξ
ἀφώνων φωνήεντ’ ἐγένοντο» (= «το κοινό του θεάτρου απέκτησε [δυστυχώς] φωνή,
από άφωνο που ήταν πρώτα») και «ἀντὶ ἀριστοκρατίας ἐν αὐτῇ θεατροκρατία τις
πονηρὰ γέγονεν». Στη συνέχεια μία και μοναδική φορά και σε σχέση μόνο με τη
γνώση των ανθρώπων, στους «Νόμους» 950b, o Πλάτων θα υποστηρίξει: «Υπάρχει κάτι
θεϊκό και εύστοχο ακόμα και στους μειονεκτικούς ανθρώπους, με αποτέλεσμα
πολλοί, ακόμα κι από αυτούς που είναι εντελώς μειονεκτικοί, να γνωρίζουν στα
λόγια και τις πράξεις τους, να διακρίνουν έναν καλύτερο από έναν χειρότερο
άνθρωπο. Για τούτο οι κυβερνώντες πρέπει να λαμβάνουν πολύ υπόψη τους την καλή
κριτική αξιολόγησης εκ μέρους των πολλών».
3. Η ΔΙΣΤΑΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΥΦΟΥΣ ΤΟΥ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
Όπως αναφέρθηκε και σε προηγούμενο σχόλιο, ο
Αριστοτέλης διερευνά με επιφύλαξη και διστακτικότητα στο ύφος το θέμα της
άσκησης της εξουσίας από το πλήθος. Η επιφύλαξή του αυτή διαφαίνεται στην πρώτη
κιόλας περίοδο του κειμένου στις εξής φράσεις: «πρέπει μάλλον να την ασκεί το πλήθος», «νομίζω ότι
μπορεί να
συζητηθεί», «παρουσιάζει, βέβαια, κάποιες δυσκολίες», «περιέχει όμως ίσως και κάποια
αλήθεια», καθώς και
στη συνέχεια με τα: «μπορεί κανείς να πει τούτο», «το κάθε επιμέρους άτομο μπορεί να
μην είναι τίποτε το
αξιόλογο», «ενωμένοι όμως όλοι μαζί είναι ενδεχόμενο να είναι». Το ύφος αυτό είναι
απόλυτα δικαιολογημένο, αν λάβουμε υπόψη την επιθυμία και επιδίωξη του
Αριστοτέλη να διερευνήσει όλα τα θέματα που αφορούν τα πολιτεύματα και τα
χαρακτηριστικά τους, χωρίς να παραλείψει καμία πτυχή του θέματος. Το
διαλλακτικό ύφος του κειμένου δίνει την διάσταση της αντικειμενικότητας στην
διερεύνηση των ενδεχόμενων που βρίσκεται σε εξέλιξη.
4. Η ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ
ΛΙΓΟΥΣ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΟΥΣ
Στο δεύτερο μέρος της ενότητας ο Αριστοτέλης διερευνά
το θέμα της άσκησης της εξουσίας από τους λίγους και άριστους. Για το θέμα αυτό
διαπιστώνει τα αρνητικά και θετικά στοιχεία:
α) Το θετικό στοιχείο είναι ότι οι λίγοι, αλλά αξιόλογοι αυτοί άνθρωποι,
είναι ανώτεροι από τους πολλούς, γιατί στην προσωπικότητα του καθενός
συγκεντρώνονται ιδιότητες που στους πολλούς εμφανίζονται διάσπαρτες.
β) Το αρνητικό στοιχείο είναι ότι συνολικά οι ιδιότητες αυτών των λίγων
μπορεί να είναι λιγότερες από τις θετικές ιδιότητες των πολλών ως συνόλου.
5. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΚΑΝΟΥΝ ΚΑΤΑΝΟΗΤΗ
ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΘΕ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΑΤΟΜΟ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ:
«έτσι δε λέμε … του σώματός του»
Ο Αριστοτέλης κάνοντας χρήση της επαγωγικής μεθόδου
δίνει δύο παραδείγματα για να κάνει κατανοητή τη διαφορά των αξιόλογων ανθρώπων
από το κάθε επιμέρους άτομο του πλήθους:
α) Παραλληλισμός των αξιόλογων ανθρώπων με τους ωραίους
ανθρώπους: οι
αξιόλογοι άνθρωποι μοιάζουν με τους ωραίους ανθρώπους, γιατί έχουν
συγκεντρωμένα στο πρόσωπό τους όλα τα όμορφα χαρακτηριστικά. Ωστόσο, ένας
συνηθισμένος άνθρωπος που ανήκει μέσα στο πλήθος και δεν θεωρείται συνολικά
ωραίος, μπορεί να διαθέτει ένα ή περισσότερα χαρακτηριστικά ωραιότερα από τα
αντίστοιχα χαρακτηριστικά του ωραίου.
β) Παραλληλισμός των αξιόλογων ανθρώπων με τις
ζωγραφισμένες μορφές: οι
αξιόλογοι άνθρωποι μοιάζουν με τις μορφές που φιλοτεχνεί ένας ζωγράφος. Ένας
ζωγράφος δηλαδή, προκειμένου να δημιουργήσει μια όμορφη μορφή, θα δανειστεί
όμορφα χαρακτηριστικά που υπάρχουν διάσπαρτα στους πραγματικούς ανθρώπους. Έτσι
και οι αξιόλογοι άνθρωποι έχουν συγκεντρωμένες πάνω τους όλες τις θετικές
ιδιότητες που υπάρχουν διάσπαρτες στους πραγματικούς ανθρώπους. Ενδέχεται,
όμως, ένας πραγματικός άνθρωπος να έχει ένα χαρακτηριστικό ωραιότερο από αυτό
της ζωγραφισμένης μορφής (ή του αξιόλογου ανθρώπου).
Στην τακτική του ζωγράφου αναφέρεται και το απόσπασμα
από τα «Απομνημονεύματα» του Ξενοφώντα (Απομνημονεύματα ΙΙΙ 10, 2). Εκεί ο Σωκράτης
συζητώντας με το ζωγράφο Παρράσιο τον υποχρέωσε να παραδεχτεί ότι «δεν είναι
και τόσο εύκολο να συναντήσεις άνθρωπο αψεγάδιαστο σε όλα˙ γι’ αυτό και οι
ζωγράφοι παίρνουν από πολλούς ό,τι πιο όμορφο έχει ο καθένας τους, και έτσι
κάνουν στις ζωγραφιές τους τα σώματα να φαίνονται όμορφα στο σύνολό τους».
Είναι, μάλιστα, γνωστό για το σπουδαίο ζωγράφο του 5ου π.Χ. αιώνα Ζεύξη ότι
απέδωσε την ομορφιά της Ελένης με αυτό τον τρόπο.
6. ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ
ΑΠΟΨΗ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
Πρόθεση του Αριστοτέλη στο σημείο αυτό δεν είναι να
παρουσιάσει κάποιες αισθητικές του αντιλήψεις, αλλά χρησιμοποιώντας την
επαγωγική μέθοδο, να δημιουργήσει μία αναλογία μεταξύ αισθητικής και πολιτικής
θεωρίας, ώστε να παρουσιάσει με μεγαλύτερη ευκολία και σαφήνεια τα δύσκολα
πολιτικά θέματα που πραγματεύεται. Έτσι, από τα παραδείγματα αυτά προκύπτουν τα
εξής: όπως στη ζωγραφική μια ωραία προσωπογραφία είναι αποτέλεσμα της συνένωσης
πολλών επιμέρους ωραίων στοιχείων που υπάρχουν στον κόσμο της πραγματικότητας
διάσπαρτα σε πολλά επιμέρους άτομα, έτσι και στην πόλη μπορεί το κάθε
επιμέρους άτομο να μην είναι από μόνο του τίποτε το αξιόλογο, ενωμένοι όμως
όλοι μαζί αυτοί οι πολίτες μπορούν να είναι καλύτεροι και αποτελεσματικότεροι
από τους λίγους και αρίστους. Αν δηλαδή στη διοίκηση της πόλης και στις
συνελεύσεις της εκκλησίας του δήμου εκμεταλλευτούμε τις θετικές ιδιότητες του
καθενός, τότε η εξουσία θα ασκείται με σωστότερο, αντικειμενικότερο και συνεπώς
αποτελεσματικότερο τρόπο.
Τα παραπάνω μας βοηθούν να καταλάβουμε ποιο πολίτευμα
κρίνεται σωστότερο, κατά τη γνώμη του Αριστοτέλη. Αυτό είναι η «πολιτεία», ή
υγιής δημοκρατία, όπου κυβερνά το πλήθος με αρετή και φρόνηση και η οποία
αποβλέπει στην τέλεια και αυτάρκη ζωή.
Είναι σαφές ότι ο φιλόσοφος αναγνωρίζει ότι υπάρχουν
κάποιοι άνθρωποι αξιόλογοι, οι οποίοι είναι ανώτεροι από το κάθε επιμέρους
άτομο του πλήθους, επειδή συγκεντρώνουν στο πρόσωπό τους όλες εκείνες τις
θετικές ιδιότητες που στο πλήθος είναι διάσπαρτες. Μάλιστα, λίγο μετά στο
κείμενο, σε σημείο που δεν περιλαμβάνεται στις ενότητες που εξετάζουμε,
αναφέρεται ο φιλόσοφος στο ιστορικό παράδειγμα, του Σόλωνα και άλλων νομοθετών,
οι οποίοι με τις μεταρρυθμίσεις τους επεξέτειναν το δικαίωμα εκλογής δημοσίων
υπαλλήλων και ελέγχου τους στους απλούς πολίτες, οι οποίοι ως άτομα δεν
επιτρεπόταν να αναλαμβάνουν αξιώματα (Πολιτικά 1281b 30-31: «διόπερ καὶ Σόλων καὶ
τῶν ἄλλων τινὲς νομοθετῶν τάττουσιν ἐπί τε τὰς ἀρχαιρεσίας καὶ τὰς εὐθύνας τῶν
ἀρχόντων, ἄρχειν δὲ κατὰ μόνας οὐκ ἐῶσιν»). Επίσης, από την «Αθηναίων Πολιτεία»
(28,5 και 33,2) μαθαίνουμε ότι ο Αριστοτέλης θεωρούσε τον Θηραμένη, τον Νικία
και τον Θουκυδίδη σημαντικούς δημόσιους άνδρες της Αθήνας.
Βέβαια και η διαλλακτικότητα του χαρακτήρα του και η
επιστημονική του σκέψη τον οδηγούν στο να μη διατυπώσει με ενάργεια και
σαφήνεια την προτίμησή του αυτή. Αυτό συμβαίνει γιατί ο Αριστοτέλης βρίσκεται ακόμα
στην αναζήτηση του ιδανικού κράτους, συζητώντας σε επίπεδο αρχών πώς κυβερνάται
ένα κράτος, πώς μπορεί και πώς πρέπει να κυβερνάται.
7. Ο ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΣΚΕΨΗΣ ΤΟΥ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
Μελετώντας συνολικά την ενότητα παρατηρούμε τον αναλογικό
τρόπο σκέψης του
Αριστοτέλη, με τον οποίο στηρίζει την «αθροιστική αρχή» και ο οποίος γίνεται
φανερός με τη χρήση παραδειγμάτων. Έτσι, όπως συμβαίνει με τους συνδαιτυμόνες
στα δείπνα και με τους κριτές μουσικών και ποιητικών έργων, το ίδιο συμβαίνει
και με την άσκηση της εξουσίας από τους πολλούς· η συνεισφορά δηλαδή των πολλών
οδηγεί σε καλύτερα αποτελέσματα. Φαίνεται λοιπόν ότι στα πρακτικά ζητήματα
«αθροιστική αρχή» είναι σωστή.
Επίσης όπως συμβαίνει με τις ζωγραφισμένες μορφές και
τους ωραίους ανθρώπους, το ίδιο συμβαίνει και με την άσκηση της εξουσίας από
τους άριστους· οι άριστοι δηλαδή συγκεντρώνουν στο πρόσωπό τους θετικές
ιδιότητες που στο πλήθος είναι διάσπαρτες και χάνονται.
Η διατύπωση της «αθροιστικής αρχής» αποτελεί ένα από
τα τέσσερα επιχειρήματα που αναπτύσσει ο Αριστοτέλης υπέρ της απαίτησης των
πολλών να κυβερνούν.
Πηγή : www.study4exams.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου