Διονύσιος Σολωμός, Ο ποιητής της Επανάστασης
Η ποίηση του Σολωμού επικεντρώνεται γύρω από τα μεγάλα θέματα που απασχόλησαν φιλοσόφους και ποιητές μέσα στους αιώνες: ελευθερία, φύση, θρησκεία, θάνατος και έρωτας. Επειδή στα ποιήματά του η ελευθερία θριαμβεύει ενάντια στη φύση και η θρησκεία ενάντια στο θάνατο, θα εξετάσουμε αυτές τις τέσσερις έννοιες ανά ζεύγη:
(i) Φύση και ελευθερία: Απ’ όλ’ αυτά τα θέματα η ελευθερία ήταν το πιο επίκαιρο την εποχή του Σολωμού, που ήταν μια εποχή αγώνων για ελευθερία πνευματική, ιδεολογική και πολιτική σε πολλές χώρες. Ο ορισμός που έδινε ο Σολωμός στην ελευθερία, όπως και ο τρόπος που επεξεργαζόταν το θέμα εξελίχτηκαν σημαντικά στη διάρκεια της ποιητικής του πορείας. Στον «Ύμνο» η ελευθερία θεωρείται κίνητρο και αποτέλεσμα για τον αγώνα ενός λαού να κερδίσει την ανεξαρτησία του από τον ξένο ζυγό. Εδώ η ελευθερία νοείται πρώτα ως πολιτική έννοια και εισάγεται σαν θεά που πράττει, μιλάει και που σ’ αυτήν απευθύνεται ο ποιητής. Αλλά όπως βλέπουμε στη μετέπειτα ποίησή του («Ελεύθεροι πολιορκημένοι»), η ελευθερία δεν σταματά εκεί: είναι κάτι για το οποίο ακατάπαυτα πολεμά κάποιος. Οι υπερασπιστές του Μεσολογγίου συμμετέχουν στον αγώνα για να ελευθερωθεί η Ελλάδα από τους Τούρκους. Όταν όμως συνειδητοποιούν ότι δεν έχουν καμιά ελπίδα να κερδίσουν την υλική μάχη, σκοπός του δικού τους αγώνα γίνεται η απελευθέρωση της ψυχής τους από το ζυγό των καταναγκαστικών υλι-κών δυνάμεων (κι αυτό περιλαμβάνει και τις δικές τους επιθυμίες) κι η ελευθερία που αναζητούν είναι πια μια καθαρά πνευματική αξία.
Η φύση παρουσιάζεται ως θέμα παρά ως πηγή εικονοπλαστικής, ιδιαίτερα στις ενότητες του «Πει-ρασμού» στους «Ελεύθερους πολιορκημένους» (Β2 και Γ6) και στον «Πόρφυρα». Και στα δύο ποιήματα παρουσιάζεται η πάλη του ανθρώπου να σπάσει τα δεσμά της εξάρτησής του από τον υλικό κόσμο. Για το Σολωμό η φύση ήταν και Παράδεισος και Κόλαση, αλλά, επειδή ήταν δύσκολο να ξεχωρίζει αυτές τις δύο όψεις, προτιμούσε να ατενίζει τη φύση με σκεπτικισμό, σαν μια πιθανή απειλή για την πνευματική ελευθερία του ανθρώπου. Στον «Κρητικό» η φύση είναι μοτίβο κεντρικό και δομικό της αφήγησης και της σχέσης του ήρωα μαζί της. Σχέσης διαλεκτικής που διαδραματίζεται ως διάλογος βαθιάς αντινομίας, με τη βούληση την ηθική του ήρωα οικτρά να δοκιμάζεται και παρ’ όλ’ αυτά να μην ενδίδει, αλλά πιο πολύ να ενδυναμώνεται βαθιά μέσα του η προσήλωση στην ιδέα του «υψηλού».
(ii) Θάνατος και θρησκεία: Στον αναγνώστη του Σολωμού κάνει εντύπωση το πόσο συχνά περιγράφει το θάνατο φανταστικών, ιστορικών ή γνωστών προσώπων ή το γεγονός πως όλα τα μεγάλα του έργα τελειώνουν με θάνατο, όπως της αρραβωνιαστικιάς του Κρητικού. Το μοτίβο του θανάτου του ήρωα ή της ηρωίδας συνδέεται με την εμφάνισή τους μπροστά στο θρόνο του Θεού, για να κριθούν, την ύστατη ημέρα. Στην ενότητα [19] του «Κρητικού», ένας απλός υπαινιγμός στο θάνατο της αρραβωνιαστικιάς του στο στίχο 4 («Μα την ψυχή που μ’ έκαψε τον κόσμο απαρατώντας») κάνει τον Κρητικό να φανταστεί ότι ενώνεται μαζί της ξανά κατά την Έσχατη Κρίση (στ. 5-18). Αφού μετά το θάνατο χρόνος πια δεν υπάρχει, ο σωματικός θάνατος του καθενός οδηγεί αμέσως στην ανάστασή του, που λαμβάνει χώρα την ίδια στιγμή με την ανάσταση όλων των νεκρών, αφού έχει πια καταστραφεί ο υλικός κόσμος κι έχει έρθει η βασιλεία του Θεού.
(iii) Έρωτας και αγνότητα: Ο έρωτας και ο θάνατος είναι στενά δεμένοι στη ρομαντική ποίηση. Στον «Κρητικό» ([22], στ. 50), ο αφηγητής, στη μάταιη προσπάθειά του να μεταδώσει την εντύπωση που προκαλούσαν οι μαγικοί ήχοι που ακολούθησαν την εξαφάνιση της «φεγγαροντυμένης», καταλήγει πως ακόμη και ο έρωτας κι ο θάνατος δεν είναι τόσο ισχυροί σαν τούτους τους ήχους («Μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος»). Το θέμα, άλλωστε, του «Κρητικού» εν μέρει είναι η ανθρώπινη και θεϊκή αγάπη: χάνει εκείνος τη γήινη αγάπη του, για να του χαριστεί το όραμα της ουράνιας ευδαιμονίας, γιατί ο έρωτας για την αρραβωνιαστικιά του του έδωσε τη δυνατότητα πέρα από αυτή να δει κάτι από το θεϊκό στοιχείο. Τέλος, στο Σολωμό ο έρωτας είναι πάντα αγνός. Μια από τις εικόνες που επανέρχονται συχνά, όταν περιγράφει τις ψυχές που παρουσιάζονται να κριθούν στη Δευτέρα Παρουσία, είναι τα τρεμάμενα λουλούδια, που συμβολίζουν (κι αποδεικνύουν σ’ όποιον τα κοιτάζει) ότι η γυναίκα που πλησιάζει έχει κρατήσει την παρθενία της. Η κόρη στον «Κρητικό», αν και είναι του ήρωα η αρραβωνιαστικιά, είναι απόλυτα αγνή, γιατί «της τρέμουν τα λουλούδια / Στη θύρα της Παράδεισος», όταν η ψυχή της πάει για να κριθεί ([19], στ. 11/12). Και είναι ακριβώς αυτή αγνότητα του έρωτα του Κρητικού γι’ αυτήν που του δίνει το όραμα του θείου.
Ελευθερία, θρησκεία, αγνότητα. Αυτοί είναι οι σύμμαχοι του ανθρώπου ενάντια στις δυνάμεις της φύσης που δρουν και μέσα και έξω από αυτόν, στον περιβάλλοντα κόσμο. Οι περισσότεροι ήρωες του Σολωμού έχουν εμπλακεί σ’ αυτό τον αγώνα και, με το δικό του τρόπο ο καθένας, βγαίνουν νικητές.
Ποιητικά τεχνάσματα στον "ΚΡΗΤΙΚΟ" του Δ. Σολωμού
i. Λογοτεχνικό είδος: Η επιθυμία του Σολωμού, όπως την εκφράζει στους στοχασμούς του πάνω στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» για ένα «είδος μειχτό, αλλά νόμιμο», μπορεί να συνδέεται με την προσπάθειά του να συνδυάσει διάφορα γνωστά λογοτεχνικά είδη σε ένα μόνο έργο (το λυρικό, το δραματικό και το αφηγηματικό). Στον «Κρητικό» ο Σολωμός προχώρησε στη δημιουργία ενός δραματικού μονολόγου. Είναι ο Κρητικός που μιλάει σε όλη τη διάρκεια του ποιήματος χωρίς καμιά αφηγηματική εισαγωγή. Διηγείται την ιστορία του, αλλά με τόσα άλματα μπρος πίσω στο χρόνο, που η προσοχή του αναγνώστη εγκαταλείπει την «ιστορία» κι αφοσιώνεται στον τρόπο που αυτή λέγεται. Αν διαβάσει κάποιος το ποίημα σαν δράμα, τότε ίσως ψάξει για ενδείξεις σχετικές με την προσωπικότητα του Κρητικού. Όμως μπορεί να διαβαστεί και σαν λυρικό ποίημα, αφού παρουσιάζει τη συγκίνηση που αισθάνεται ο ίδιος ο Κρητικός (χρήση α’ ενικού). Οπότε το ποίημα έχει στοιχεία και από τα τρία είδη.
ii. Όνειρα και οράματα: Ένα ποιητικό τέχνασμα που ο Σολωμός χρησιμοποιεί είναι να παρουσιάζει μια πράξη σαν να την έβλεπε είτε ο ίδιος είτε ο ήρωας σε όνειρο ή σε όραμα. Αυτό το λογοτεχνικό τέχνασμα έχει πίσω του μια μακριά ιστορία και το τελειότερο παράδειγμα είναι ίσως η Θεία Κωμωδία του Ντάντε, που είναι όλο μια μεγάλη διήγηση του οράματος του ποιητή, όταν επισκέφθηκε την Κόλαση, το Καθαρτήριο και τον παράδεισο. Ο ρόλος που παίζουν τα οράματα στο έργο του Σολωμού δε διαφέρει από το ρόλο των ονείρων. Το όραμα της «φεγγαροντυμένης» στον «Κρητικό» αποκαλύπτει στον ήρωα κάποια δική του αλήθεια: σε ένα είδος έκστασης, βλέπει αυτό που είναι ίσως το θείο αντίστοιχο της αρραβωνιαστικιάς του ή την αθάνατη ψυχή της, όπως ανεβαίνει από το άψυχο κορμί της στον ουρανό. Από τότε ζει πάντα με την ανάμνηση αυτού του οράματος, που τον οδηγεί να δει τη ζωή του σαν προετοιμασία θανάτου, αφού ξέρει ότι, όταν πεθάνει, θα ενωθεί ξανά και με την αγαπημένη του και με αυτήν τη θεία οπτασία, που στην ουσία είναι ένα και το αυτό.
iii. Η αρχή των ποιημάτων: Ο Σολωμός ήθελε μερικά από τα ποιήματά του να αρχίζουν ex abrupto (απότομα), δηλ. χωρία καμιά εισαγωγή, ώστε να δουλέψει σκληρά ο αναγνώστης για να συλλάβει, α-κόμη και να παραγάγει νόημα. Στον «Κρητικό» η ενότητα που δηλώνεται με τον αριθμό 18 στις εκδό-σεις, στην πραγματικότητα είναι η πρώτη ενότητα του ποιήματος. Ο ποιητής σχεδίαζε ν’ αρχίζει το ποίημα με τον «Κρητικό» και την αγαπημένη του να βρίσκονται ήδη στο πέλαγος, μέσα στην τρικυμία, χωρίς καμία επεξήγηση για το ποιοι ήσαν και πώς βρέθηκαν εκεί (ίσως μόλις μια αναφορά για το ότι είχαν ναυαγήσει). Υπάρχουν όμως αρκετές ενδείξεις στο ποίημα, για να ζωντανέψει στο μυαλό του ο αναγνώστης τις πιο σημαντικός περιστάσεις που προηγήθηκαν και ακολούθησαν το κρίσιμο συμβάν της θύελλας. Σκοπός του ποιητή ήταν να αφαιρέσει από τα ποιήματα κάθε άχρηστο επεξηγηματικό υλικό, για να έχει το υπόλοιπο όχι μόνο μεγάλη περιεκτικότητα και ένταση, αλλά κι ένα μυστήριο που θα γοήτευε τους αναγνώστες του και θα τους καλούσε να συμμετάσχουν στην ποίησή του.
iv. Προσωποποίηση και επίκληση: Το 18ο αι. οι αφηρημένες έννοιες συχνά προσωποποιούνται, που σημαίνει ότι περιγράφονται σαν να είχαν ανθρώπινα ή και θεϊκά χαρακτηριστικά. Οι ποιητές συχνά απευθύνουν το λόγο σ’ αυτές τις προσωποποιημένες έννοιες. Ο Σολωμός και την προσωποίηση αφηρημένων εννοιών χρησιμοποιούσε συχνά και την επίκληση στο στόμα κάποιου ήρωα, αντί να απευθύνεται στα πράγματα ο ίδιος. Στο δεύτερο στίχο του «Κρητικού» ο αφηγητής μιλάει στο αστροπελέκι και λέει: Αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι! Αφού περιμένει το αστροπελέκι να τον ακούσει και να τον υπακούσει, ο Κρητικός υποθέτει ότι αυτό έχει ανθρώπινες ή θεϊκές ιδιότητες.
v. Παρομοίωση και μεταφορά: Η παρομοίωση χρησιμοποιείται στη νεοκλασική ποίηση, ενώ η ρομαντική ποίηση, που τείνει να είναι πιο λυρική, προτιμά συνήθως τη μεταφορά. Η παρομοίωση δηλώνει ότι κάτι είναι σαν κάτι άλλο, ενώ η μεταφορά ταυτίζει δύο αντικείμενα ή αναφέρεται στο ένα αντί για το άλλο. Ακόμη κι όταν ο Σολωμός χρησιμοποιεί μεταφορές στην ώριμή ποίησή του, αυτές είναι συνήθως σύντομες αι γενικά τείνουν να είναι ένα ουσιαστικό μέρος της έκφρασης και όχι μια διακοσμητική προσθήκη. Έτσι, στις δύο παρομοιώσεις στους στίχους [20] 2-4 του «Κρητικού»:
Κι η θάλασσα, που σκίρτησε σαν το χοχλό που βράζει,
Ησύχασε και έγινε όλο ησυχία και πάστρα,
Σαν περιβόλι ευώδησε κι εδέχτηκε όλα τ’ άστρα
βρίσκουμε τουλάχιστον δύο μεταφορές: «η θάλασσα… σκίρτησε» και «η θάλασσα… εδέχτηκε όλα τ’ άστρα». Αυτές οι μεταφορές – που υποβάλλουν την αγριάδα της θάλασσας και μετά την απέραντή της γαλήνη – περιγράφουν τη θάλασσα να τινάζεται ψηλά (ίσως σαν άγριο ζώο που επιτίθεται) και την επόμενη στιγμή σαν ένα τρυφερό πλάσμα που δέχεται τα άστρα στην αγκαλιά του (από μια πιο πραγ-ματιστική άποψη, τα άστρα καθρεφτίζονται στης θάλασσας την απαστράπτουσα επιφάνεια). Και στις δύο περιπτώσεις η θάλασσα παρομοιάζεται με κάτι (βραστό ή χοχλαστό νερό και ένα περιβόλι), ενώ στη μεταφορά συγκρίνεται με δύο πράγματα. Το παιχνίδι εδώ ανάμεσα στην παρομοίωση και τη μετα-φορά πετυχαίνει μια πιο πολύπλοκη δομή απ’ ό,τι καταφέρνουν οι μάλλον χαλαρές και κοινότοπες παρομοιώσεις του «Ύμνου». Γενικά, η έκφραση στην ώριμη ποίηση του Σολωμού είναι εξαιρετικά με-ταφορική.
Οι μεταφορές του, μάλιστα, συχνά δημιουργούν μια σχέση μεταξύ τους μέσω λεκτικών συνειρμών, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός πολύπλοκου σχεδίου. Ένα εξαιρετικό παράδειγμα της πολυπλοκό-τητας των μεταφορών του Σολωμού βρίσκεται στους στίχους [21] 17-24 του «Κρητικού», όπου περιγράφει την εντύπωση που έκανε στο νου και το σώμα του Κρητικού το θέαμα της «φεγγαροντυμένης»: «Ήτανε μνήμη παλαιή… τη μιλιά μου». Ας δούμε πρώτα την εσωτερική και την εξωτερική εικόνα. Η γυναίκα της οπτασίας ήταν μια παλιά ανάμνηση που πρόβαλε από μέσα του και τώρα στέκεται μπροστά του σαν το νερό που το μάτι βλέπει να ξεπηδάει ξαφνικά από βαθιά μέσα στο βράχο έξω στο φως του ήλιου. Τότε ο Κρητικός – μαζί κι ο ποιητής – πηδούν από το μεταφορικό μέσο της παρομοίωσης (που μ’ αυτή συγκρίνεται η ανάμνηση της οπτασίας) στην κυριολεκτική δράση, αφού η μεταφορική αναφορά στο μάτι και στο νερό που ξεπηδάει, στον τρίτο στίχο, κάνει να τρέχουν δάκρυα αληθινά από τα μάτια του Κρητικού. Ο Κρητικός συνεχίζει λέγοντας ότι από τα δάκρυα δεν μπορούσε πια να τη δει, αν και ήξερε ότι εκείνη βρισκόταν ακόμη εκεί, αφού ένιωθε («άκουγα») τα μάτια της να τρυπούν τα σωθικά του και να καταλαβαίνουν τις μύχιες σκέψεις του, που η εκστατική του κατάσταση τον εμπόδιζε να τις εκφράσει με λόγια. Φαίνεται ότι, ακριβώς επειδή μπορεί να «ακούσει» τα μάτια της μέσα του, δεν μπορεί να προφέρει λόγια. Αυτός ο παράδοξος και πολύπλοκος μεταφορικός λόγος, που συνδέει το μέσα με το έξω και συγχέει το ορατό με το λόγο, μεταδίδει αυτή την εκτός του κόσμου τούτου κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο Κρητικός.
vi. Εικονοπλαστική και συμβολισμός: Αυτό που κάνει εντύπωση είναι η επιμονή του να χρησιμοποιεί εικόνες που προέρχονται από τον κόσμο της φύσης και του σύμπαντος. Τα ουσιαστικά που ακολουθούν συναντώνται συχνά: αέρας, άστρο, αστέρι, φως, ουρανός, κόσμος, γη, νερό, θάλασσα και πέλαγο, όπως και τις λέξεις που δείχνουν τη φύση σε άγριες στιγμές της (αστραπή, αστροπελέκι κ.λπ.). Αντίθετα, τα συχνότερα επαναλαμβανόμενα επίθετα είναι: καθαρός, δροσάτος, δροσερός και γλυκός. Αναφέρονται πότε στη φύση, πότε στον ηθικό κόσμο των ανθρώπων, αλλά οπωσδήποτε δηλώνουν καλοσύνη και αγνότητα. Συχνά εμφανίζονται επίσης ονόματα που αναφέρονται σε μέρη του ανθρώπινου σώματος και κυρίως στο μάτι, το χέρι και τη φωνή. Θα μπορούσε εύκολα να συμπεράνει κάποιος απ’ όλ’ αυτά ότι ο Σολωμός συγκεντρώνει την προσοχή του στη θέση του ανθρώπου μες στο σύμπαν και στην αναμέτρησή του με τα στοιχεία της φύσης. Στον «Κρητικό» ιδιαίτερα παρατηρούμε πολύπλοκους σχεδιασμούς που δημιουργούν οι εικόνες ματιών και χεριών. Μερικούς συσχετισμούς του ματιού τους χρησιμοποιεί έντονα στο ποίημα: η όραση σε αντιπαράθεση με την ομιλία και την ακοή, τα δάκρυα με το θαλασσινό και το γλυκό νερό.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον – γιατί μαρτυρούν την ιδέα του Σολωμού ότι ο ποιητής είναι αυτός που απο-καλύπτει αλήθειες – παρουσιάζουν οι εικόνες που έχουν σχέση με «ξετύλιγμα». Συχνά περιγράφει κά-ποιο αντικείμενο (ακόμη και το ανθρώπινο σώμα) που αποκαλύπτει μια κρυμμένη όψη που ως τότε ήταν μέσα εκεί φυλακισμένη. Έτσι, λέξεις όπως «μυστήριο» και «κρυφός» συχνά επαναλαμβάνονται. Η πιο καθαρή περιγραφή μιας τέτοιας ανάδυσης του κρυφού είναι η περιγραφή της εμφάνισης της «φεγγαροντυμένης» στους στ. [20], 9-12: Όμως κοντά στην κορασία… μια φεγγαροντυμένη. Η λέξη-κλειδί εδώ είναι το «ξετυλίζει»: ο Κρητικός έχει την εντύπωση ότι πρόκειται για κάτι κρυμμένο που ξαφνικά βγαίνει μέσα από το φεγγαρόφωτο.
Μια από τις πιο έντονα συμβολικές μορφές στην ποίηση του Σολωμού είναι η «φεγγαροντυμένη», που εμφανίζεται ξανά και ξανά. Έχει σχέση με τον έρωτα, αλλά το βαθύτερο νόημά της δεν είναι καθόλου εύκολο να οριστεί. Ο ρόλος της είναι ιδιαίτερα σημαντικός στον «Κρητικό», όπου διδάσκει τον άντρα ότι ο επίγειος έρωτας δεν είναι παρά ο δρόμος που, ακολουθώντας τον, μπορεί κανείς να φτάσει τον ουράνιο έρωτα.
Η θάλασσα έχει κι αυτή συμβολική σημασία. Δεν είναι απλή σύμπτωση ότι ο Λάμπρος, η Μαρία και η κόρη τους, όλοι, αυτοκτονούν με πνιγμό, ενώ την αρραβωνιαστικιά του Κρητικού και τον κολυμβητή στον «Πόρφυρα» τους βρίσκει ο θάνατος στη θάλασσα. Ο Σολωμός αναμφίβολα περιγράφει τις δοκι-μασίες των ηρώων του στον «Κρητικό» και στον «Πόρφυρα» να εκτυλίσσονται στη θάλασσα, γιατί ήθελε να τους δείξει μακριά από το οικείο τους περιβάλλον. Και οι τρεις ήρωες είναι όχι μόνο εξόριστοι από το νησί τους, αλλά και δεν βρίσκουν σταθερή γη να σταθούν, αφού δεν είναι έτοιμοι για τις εμπειρίες που πρόκειται να αντιμετωπίσουν. Το όραμα της υπερφυσικής γαλήνης, την οποία και ο Κρητικός και ο Άγγλος νιώθουν στο πέλαγος, γίνεται ακόμη πιο εντυπωσιακό, αν το συγκρίνει κάποιος με τη συνήθως άγρια θάλασσα στην ποίηση του Σολωμού. Έτσι, η θάλασσα, ανοίκεια όπως είναι, γίνεται το τέλειο σκηνικό για τον αγώνα μεταξύ ζωής και θανάτου που δίνουν οι δύο ήρωες.
πηγη:/dimichri65.blogspot.com
Η ποίηση του Σολωμού επικεντρώνεται γύρω από τα μεγάλα θέματα που απασχόλησαν φιλοσόφους και ποιητές μέσα στους αιώνες: ελευθερία, φύση, θρησκεία, θάνατος και έρωτας. Επειδή στα ποιήματά του η ελευθερία θριαμβεύει ενάντια στη φύση και η θρησκεία ενάντια στο θάνατο, θα εξετάσουμε αυτές τις τέσσερις έννοιες ανά ζεύγη:
(i) Φύση και ελευθερία: Απ’ όλ’ αυτά τα θέματα η ελευθερία ήταν το πιο επίκαιρο την εποχή του Σολωμού, που ήταν μια εποχή αγώνων για ελευθερία πνευματική, ιδεολογική και πολιτική σε πολλές χώρες. Ο ορισμός που έδινε ο Σολωμός στην ελευθερία, όπως και ο τρόπος που επεξεργαζόταν το θέμα εξελίχτηκαν σημαντικά στη διάρκεια της ποιητικής του πορείας. Στον «Ύμνο» η ελευθερία θεωρείται κίνητρο και αποτέλεσμα για τον αγώνα ενός λαού να κερδίσει την ανεξαρτησία του από τον ξένο ζυγό. Εδώ η ελευθερία νοείται πρώτα ως πολιτική έννοια και εισάγεται σαν θεά που πράττει, μιλάει και που σ’ αυτήν απευθύνεται ο ποιητής. Αλλά όπως βλέπουμε στη μετέπειτα ποίησή του («Ελεύθεροι πολιορκημένοι»), η ελευθερία δεν σταματά εκεί: είναι κάτι για το οποίο ακατάπαυτα πολεμά κάποιος. Οι υπερασπιστές του Μεσολογγίου συμμετέχουν στον αγώνα για να ελευθερωθεί η Ελλάδα από τους Τούρκους. Όταν όμως συνειδητοποιούν ότι δεν έχουν καμιά ελπίδα να κερδίσουν την υλική μάχη, σκοπός του δικού τους αγώνα γίνεται η απελευθέρωση της ψυχής τους από το ζυγό των καταναγκαστικών υλι-κών δυνάμεων (κι αυτό περιλαμβάνει και τις δικές τους επιθυμίες) κι η ελευθερία που αναζητούν είναι πια μια καθαρά πνευματική αξία.
Η φύση παρουσιάζεται ως θέμα παρά ως πηγή εικονοπλαστικής, ιδιαίτερα στις ενότητες του «Πει-ρασμού» στους «Ελεύθερους πολιορκημένους» (Β2 και Γ6) και στον «Πόρφυρα». Και στα δύο ποιήματα παρουσιάζεται η πάλη του ανθρώπου να σπάσει τα δεσμά της εξάρτησής του από τον υλικό κόσμο. Για το Σολωμό η φύση ήταν και Παράδεισος και Κόλαση, αλλά, επειδή ήταν δύσκολο να ξεχωρίζει αυτές τις δύο όψεις, προτιμούσε να ατενίζει τη φύση με σκεπτικισμό, σαν μια πιθανή απειλή για την πνευματική ελευθερία του ανθρώπου. Στον «Κρητικό» η φύση είναι μοτίβο κεντρικό και δομικό της αφήγησης και της σχέσης του ήρωα μαζί της. Σχέσης διαλεκτικής που διαδραματίζεται ως διάλογος βαθιάς αντινομίας, με τη βούληση την ηθική του ήρωα οικτρά να δοκιμάζεται και παρ’ όλ’ αυτά να μην ενδίδει, αλλά πιο πολύ να ενδυναμώνεται βαθιά μέσα του η προσήλωση στην ιδέα του «υψηλού».
(ii) Θάνατος και θρησκεία: Στον αναγνώστη του Σολωμού κάνει εντύπωση το πόσο συχνά περιγράφει το θάνατο φανταστικών, ιστορικών ή γνωστών προσώπων ή το γεγονός πως όλα τα μεγάλα του έργα τελειώνουν με θάνατο, όπως της αρραβωνιαστικιάς του Κρητικού. Το μοτίβο του θανάτου του ήρωα ή της ηρωίδας συνδέεται με την εμφάνισή τους μπροστά στο θρόνο του Θεού, για να κριθούν, την ύστατη ημέρα. Στην ενότητα [19] του «Κρητικού», ένας απλός υπαινιγμός στο θάνατο της αρραβωνιαστικιάς του στο στίχο 4 («Μα την ψυχή που μ’ έκαψε τον κόσμο απαρατώντας») κάνει τον Κρητικό να φανταστεί ότι ενώνεται μαζί της ξανά κατά την Έσχατη Κρίση (στ. 5-18). Αφού μετά το θάνατο χρόνος πια δεν υπάρχει, ο σωματικός θάνατος του καθενός οδηγεί αμέσως στην ανάστασή του, που λαμβάνει χώρα την ίδια στιγμή με την ανάσταση όλων των νεκρών, αφού έχει πια καταστραφεί ο υλικός κόσμος κι έχει έρθει η βασιλεία του Θεού.
(iii) Έρωτας και αγνότητα: Ο έρωτας και ο θάνατος είναι στενά δεμένοι στη ρομαντική ποίηση. Στον «Κρητικό» ([22], στ. 50), ο αφηγητής, στη μάταιη προσπάθειά του να μεταδώσει την εντύπωση που προκαλούσαν οι μαγικοί ήχοι που ακολούθησαν την εξαφάνιση της «φεγγαροντυμένης», καταλήγει πως ακόμη και ο έρωτας κι ο θάνατος δεν είναι τόσο ισχυροί σαν τούτους τους ήχους («Μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος»). Το θέμα, άλλωστε, του «Κρητικού» εν μέρει είναι η ανθρώπινη και θεϊκή αγάπη: χάνει εκείνος τη γήινη αγάπη του, για να του χαριστεί το όραμα της ουράνιας ευδαιμονίας, γιατί ο έρωτας για την αρραβωνιαστικιά του του έδωσε τη δυνατότητα πέρα από αυτή να δει κάτι από το θεϊκό στοιχείο. Τέλος, στο Σολωμό ο έρωτας είναι πάντα αγνός. Μια από τις εικόνες που επανέρχονται συχνά, όταν περιγράφει τις ψυχές που παρουσιάζονται να κριθούν στη Δευτέρα Παρουσία, είναι τα τρεμάμενα λουλούδια, που συμβολίζουν (κι αποδεικνύουν σ’ όποιον τα κοιτάζει) ότι η γυναίκα που πλησιάζει έχει κρατήσει την παρθενία της. Η κόρη στον «Κρητικό», αν και είναι του ήρωα η αρραβωνιαστικιά, είναι απόλυτα αγνή, γιατί «της τρέμουν τα λουλούδια / Στη θύρα της Παράδεισος», όταν η ψυχή της πάει για να κριθεί ([19], στ. 11/12). Και είναι ακριβώς αυτή αγνότητα του έρωτα του Κρητικού γι’ αυτήν που του δίνει το όραμα του θείου.
Ελευθερία, θρησκεία, αγνότητα. Αυτοί είναι οι σύμμαχοι του ανθρώπου ενάντια στις δυνάμεις της φύσης που δρουν και μέσα και έξω από αυτόν, στον περιβάλλοντα κόσμο. Οι περισσότεροι ήρωες του Σολωμού έχουν εμπλακεί σ’ αυτό τον αγώνα και, με το δικό του τρόπο ο καθένας, βγαίνουν νικητές.
Ποιητικά τεχνάσματα στον "ΚΡΗΤΙΚΟ" του Δ. Σολωμού
i. Λογοτεχνικό είδος: Η επιθυμία του Σολωμού, όπως την εκφράζει στους στοχασμούς του πάνω στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» για ένα «είδος μειχτό, αλλά νόμιμο», μπορεί να συνδέεται με την προσπάθειά του να συνδυάσει διάφορα γνωστά λογοτεχνικά είδη σε ένα μόνο έργο (το λυρικό, το δραματικό και το αφηγηματικό). Στον «Κρητικό» ο Σολωμός προχώρησε στη δημιουργία ενός δραματικού μονολόγου. Είναι ο Κρητικός που μιλάει σε όλη τη διάρκεια του ποιήματος χωρίς καμιά αφηγηματική εισαγωγή. Διηγείται την ιστορία του, αλλά με τόσα άλματα μπρος πίσω στο χρόνο, που η προσοχή του αναγνώστη εγκαταλείπει την «ιστορία» κι αφοσιώνεται στον τρόπο που αυτή λέγεται. Αν διαβάσει κάποιος το ποίημα σαν δράμα, τότε ίσως ψάξει για ενδείξεις σχετικές με την προσωπικότητα του Κρητικού. Όμως μπορεί να διαβαστεί και σαν λυρικό ποίημα, αφού παρουσιάζει τη συγκίνηση που αισθάνεται ο ίδιος ο Κρητικός (χρήση α’ ενικού). Οπότε το ποίημα έχει στοιχεία και από τα τρία είδη.
ii. Όνειρα και οράματα: Ένα ποιητικό τέχνασμα που ο Σολωμός χρησιμοποιεί είναι να παρουσιάζει μια πράξη σαν να την έβλεπε είτε ο ίδιος είτε ο ήρωας σε όνειρο ή σε όραμα. Αυτό το λογοτεχνικό τέχνασμα έχει πίσω του μια μακριά ιστορία και το τελειότερο παράδειγμα είναι ίσως η Θεία Κωμωδία του Ντάντε, που είναι όλο μια μεγάλη διήγηση του οράματος του ποιητή, όταν επισκέφθηκε την Κόλαση, το Καθαρτήριο και τον παράδεισο. Ο ρόλος που παίζουν τα οράματα στο έργο του Σολωμού δε διαφέρει από το ρόλο των ονείρων. Το όραμα της «φεγγαροντυμένης» στον «Κρητικό» αποκαλύπτει στον ήρωα κάποια δική του αλήθεια: σε ένα είδος έκστασης, βλέπει αυτό που είναι ίσως το θείο αντίστοιχο της αρραβωνιαστικιάς του ή την αθάνατη ψυχή της, όπως ανεβαίνει από το άψυχο κορμί της στον ουρανό. Από τότε ζει πάντα με την ανάμνηση αυτού του οράματος, που τον οδηγεί να δει τη ζωή του σαν προετοιμασία θανάτου, αφού ξέρει ότι, όταν πεθάνει, θα ενωθεί ξανά και με την αγαπημένη του και με αυτήν τη θεία οπτασία, που στην ουσία είναι ένα και το αυτό.
iii. Η αρχή των ποιημάτων: Ο Σολωμός ήθελε μερικά από τα ποιήματά του να αρχίζουν ex abrupto (απότομα), δηλ. χωρία καμιά εισαγωγή, ώστε να δουλέψει σκληρά ο αναγνώστης για να συλλάβει, α-κόμη και να παραγάγει νόημα. Στον «Κρητικό» η ενότητα που δηλώνεται με τον αριθμό 18 στις εκδό-σεις, στην πραγματικότητα είναι η πρώτη ενότητα του ποιήματος. Ο ποιητής σχεδίαζε ν’ αρχίζει το ποίημα με τον «Κρητικό» και την αγαπημένη του να βρίσκονται ήδη στο πέλαγος, μέσα στην τρικυμία, χωρίς καμία επεξήγηση για το ποιοι ήσαν και πώς βρέθηκαν εκεί (ίσως μόλις μια αναφορά για το ότι είχαν ναυαγήσει). Υπάρχουν όμως αρκετές ενδείξεις στο ποίημα, για να ζωντανέψει στο μυαλό του ο αναγνώστης τις πιο σημαντικός περιστάσεις που προηγήθηκαν και ακολούθησαν το κρίσιμο συμβάν της θύελλας. Σκοπός του ποιητή ήταν να αφαιρέσει από τα ποιήματα κάθε άχρηστο επεξηγηματικό υλικό, για να έχει το υπόλοιπο όχι μόνο μεγάλη περιεκτικότητα και ένταση, αλλά κι ένα μυστήριο που θα γοήτευε τους αναγνώστες του και θα τους καλούσε να συμμετάσχουν στην ποίησή του.
iv. Προσωποποίηση και επίκληση: Το 18ο αι. οι αφηρημένες έννοιες συχνά προσωποποιούνται, που σημαίνει ότι περιγράφονται σαν να είχαν ανθρώπινα ή και θεϊκά χαρακτηριστικά. Οι ποιητές συχνά απευθύνουν το λόγο σ’ αυτές τις προσωποποιημένες έννοιες. Ο Σολωμός και την προσωποίηση αφηρημένων εννοιών χρησιμοποιούσε συχνά και την επίκληση στο στόμα κάποιου ήρωα, αντί να απευθύνεται στα πράγματα ο ίδιος. Στο δεύτερο στίχο του «Κρητικού» ο αφηγητής μιλάει στο αστροπελέκι και λέει: Αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι! Αφού περιμένει το αστροπελέκι να τον ακούσει και να τον υπακούσει, ο Κρητικός υποθέτει ότι αυτό έχει ανθρώπινες ή θεϊκές ιδιότητες.
v. Παρομοίωση και μεταφορά: Η παρομοίωση χρησιμοποιείται στη νεοκλασική ποίηση, ενώ η ρομαντική ποίηση, που τείνει να είναι πιο λυρική, προτιμά συνήθως τη μεταφορά. Η παρομοίωση δηλώνει ότι κάτι είναι σαν κάτι άλλο, ενώ η μεταφορά ταυτίζει δύο αντικείμενα ή αναφέρεται στο ένα αντί για το άλλο. Ακόμη κι όταν ο Σολωμός χρησιμοποιεί μεταφορές στην ώριμή ποίησή του, αυτές είναι συνήθως σύντομες αι γενικά τείνουν να είναι ένα ουσιαστικό μέρος της έκφρασης και όχι μια διακοσμητική προσθήκη. Έτσι, στις δύο παρομοιώσεις στους στίχους [20] 2-4 του «Κρητικού»:
Κι η θάλασσα, που σκίρτησε σαν το χοχλό που βράζει,
Ησύχασε και έγινε όλο ησυχία και πάστρα,
Σαν περιβόλι ευώδησε κι εδέχτηκε όλα τ’ άστρα
βρίσκουμε τουλάχιστον δύο μεταφορές: «η θάλασσα… σκίρτησε» και «η θάλασσα… εδέχτηκε όλα τ’ άστρα». Αυτές οι μεταφορές – που υποβάλλουν την αγριάδα της θάλασσας και μετά την απέραντή της γαλήνη – περιγράφουν τη θάλασσα να τινάζεται ψηλά (ίσως σαν άγριο ζώο που επιτίθεται) και την επόμενη στιγμή σαν ένα τρυφερό πλάσμα που δέχεται τα άστρα στην αγκαλιά του (από μια πιο πραγ-ματιστική άποψη, τα άστρα καθρεφτίζονται στης θάλασσας την απαστράπτουσα επιφάνεια). Και στις δύο περιπτώσεις η θάλασσα παρομοιάζεται με κάτι (βραστό ή χοχλαστό νερό και ένα περιβόλι), ενώ στη μεταφορά συγκρίνεται με δύο πράγματα. Το παιχνίδι εδώ ανάμεσα στην παρομοίωση και τη μετα-φορά πετυχαίνει μια πιο πολύπλοκη δομή απ’ ό,τι καταφέρνουν οι μάλλον χαλαρές και κοινότοπες παρομοιώσεις του «Ύμνου». Γενικά, η έκφραση στην ώριμη ποίηση του Σολωμού είναι εξαιρετικά με-ταφορική.
Οι μεταφορές του, μάλιστα, συχνά δημιουργούν μια σχέση μεταξύ τους μέσω λεκτικών συνειρμών, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός πολύπλοκου σχεδίου. Ένα εξαιρετικό παράδειγμα της πολυπλοκό-τητας των μεταφορών του Σολωμού βρίσκεται στους στίχους [21] 17-24 του «Κρητικού», όπου περιγράφει την εντύπωση που έκανε στο νου και το σώμα του Κρητικού το θέαμα της «φεγγαροντυμένης»: «Ήτανε μνήμη παλαιή… τη μιλιά μου». Ας δούμε πρώτα την εσωτερική και την εξωτερική εικόνα. Η γυναίκα της οπτασίας ήταν μια παλιά ανάμνηση που πρόβαλε από μέσα του και τώρα στέκεται μπροστά του σαν το νερό που το μάτι βλέπει να ξεπηδάει ξαφνικά από βαθιά μέσα στο βράχο έξω στο φως του ήλιου. Τότε ο Κρητικός – μαζί κι ο ποιητής – πηδούν από το μεταφορικό μέσο της παρομοίωσης (που μ’ αυτή συγκρίνεται η ανάμνηση της οπτασίας) στην κυριολεκτική δράση, αφού η μεταφορική αναφορά στο μάτι και στο νερό που ξεπηδάει, στον τρίτο στίχο, κάνει να τρέχουν δάκρυα αληθινά από τα μάτια του Κρητικού. Ο Κρητικός συνεχίζει λέγοντας ότι από τα δάκρυα δεν μπορούσε πια να τη δει, αν και ήξερε ότι εκείνη βρισκόταν ακόμη εκεί, αφού ένιωθε («άκουγα») τα μάτια της να τρυπούν τα σωθικά του και να καταλαβαίνουν τις μύχιες σκέψεις του, που η εκστατική του κατάσταση τον εμπόδιζε να τις εκφράσει με λόγια. Φαίνεται ότι, ακριβώς επειδή μπορεί να «ακούσει» τα μάτια της μέσα του, δεν μπορεί να προφέρει λόγια. Αυτός ο παράδοξος και πολύπλοκος μεταφορικός λόγος, που συνδέει το μέσα με το έξω και συγχέει το ορατό με το λόγο, μεταδίδει αυτή την εκτός του κόσμου τούτου κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο Κρητικός.
vi. Εικονοπλαστική και συμβολισμός: Αυτό που κάνει εντύπωση είναι η επιμονή του να χρησιμοποιεί εικόνες που προέρχονται από τον κόσμο της φύσης και του σύμπαντος. Τα ουσιαστικά που ακολουθούν συναντώνται συχνά: αέρας, άστρο, αστέρι, φως, ουρανός, κόσμος, γη, νερό, θάλασσα και πέλαγο, όπως και τις λέξεις που δείχνουν τη φύση σε άγριες στιγμές της (αστραπή, αστροπελέκι κ.λπ.). Αντίθετα, τα συχνότερα επαναλαμβανόμενα επίθετα είναι: καθαρός, δροσάτος, δροσερός και γλυκός. Αναφέρονται πότε στη φύση, πότε στον ηθικό κόσμο των ανθρώπων, αλλά οπωσδήποτε δηλώνουν καλοσύνη και αγνότητα. Συχνά εμφανίζονται επίσης ονόματα που αναφέρονται σε μέρη του ανθρώπινου σώματος και κυρίως στο μάτι, το χέρι και τη φωνή. Θα μπορούσε εύκολα να συμπεράνει κάποιος απ’ όλ’ αυτά ότι ο Σολωμός συγκεντρώνει την προσοχή του στη θέση του ανθρώπου μες στο σύμπαν και στην αναμέτρησή του με τα στοιχεία της φύσης. Στον «Κρητικό» ιδιαίτερα παρατηρούμε πολύπλοκους σχεδιασμούς που δημιουργούν οι εικόνες ματιών και χεριών. Μερικούς συσχετισμούς του ματιού τους χρησιμοποιεί έντονα στο ποίημα: η όραση σε αντιπαράθεση με την ομιλία και την ακοή, τα δάκρυα με το θαλασσινό και το γλυκό νερό.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον – γιατί μαρτυρούν την ιδέα του Σολωμού ότι ο ποιητής είναι αυτός που απο-καλύπτει αλήθειες – παρουσιάζουν οι εικόνες που έχουν σχέση με «ξετύλιγμα». Συχνά περιγράφει κά-ποιο αντικείμενο (ακόμη και το ανθρώπινο σώμα) που αποκαλύπτει μια κρυμμένη όψη που ως τότε ήταν μέσα εκεί φυλακισμένη. Έτσι, λέξεις όπως «μυστήριο» και «κρυφός» συχνά επαναλαμβάνονται. Η πιο καθαρή περιγραφή μιας τέτοιας ανάδυσης του κρυφού είναι η περιγραφή της εμφάνισης της «φεγγαροντυμένης» στους στ. [20], 9-12: Όμως κοντά στην κορασία… μια φεγγαροντυμένη. Η λέξη-κλειδί εδώ είναι το «ξετυλίζει»: ο Κρητικός έχει την εντύπωση ότι πρόκειται για κάτι κρυμμένο που ξαφνικά βγαίνει μέσα από το φεγγαρόφωτο.
Μια από τις πιο έντονα συμβολικές μορφές στην ποίηση του Σολωμού είναι η «φεγγαροντυμένη», που εμφανίζεται ξανά και ξανά. Έχει σχέση με τον έρωτα, αλλά το βαθύτερο νόημά της δεν είναι καθόλου εύκολο να οριστεί. Ο ρόλος της είναι ιδιαίτερα σημαντικός στον «Κρητικό», όπου διδάσκει τον άντρα ότι ο επίγειος έρωτας δεν είναι παρά ο δρόμος που, ακολουθώντας τον, μπορεί κανείς να φτάσει τον ουράνιο έρωτα.
Η θάλασσα έχει κι αυτή συμβολική σημασία. Δεν είναι απλή σύμπτωση ότι ο Λάμπρος, η Μαρία και η κόρη τους, όλοι, αυτοκτονούν με πνιγμό, ενώ την αρραβωνιαστικιά του Κρητικού και τον κολυμβητή στον «Πόρφυρα» τους βρίσκει ο θάνατος στη θάλασσα. Ο Σολωμός αναμφίβολα περιγράφει τις δοκι-μασίες των ηρώων του στον «Κρητικό» και στον «Πόρφυρα» να εκτυλίσσονται στη θάλασσα, γιατί ήθελε να τους δείξει μακριά από το οικείο τους περιβάλλον. Και οι τρεις ήρωες είναι όχι μόνο εξόριστοι από το νησί τους, αλλά και δεν βρίσκουν σταθερή γη να σταθούν, αφού δεν είναι έτοιμοι για τις εμπειρίες που πρόκειται να αντιμετωπίσουν. Το όραμα της υπερφυσικής γαλήνης, την οποία και ο Κρητικός και ο Άγγλος νιώθουν στο πέλαγος, γίνεται ακόμη πιο εντυπωσιακό, αν το συγκρίνει κάποιος με τη συνήθως άγρια θάλασσα στην ποίηση του Σολωμού. Έτσι, η θάλασσα, ανοίκεια όπως είναι, γίνεται το τέλειο σκηνικό για τον αγώνα μεταξύ ζωής και θανάτου που δίνουν οι δύο ήρωες.
πηγη:/dimichri65.blogspot.com
Κύριε Νασιόπουλε, πολλά συγχαρητήρια για την άψογη προσπάθειά σας. Θα σας παρακολυθώ κι εγώ και οι μαθητές μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή σχολική χρονιά να έχουμε!